Σειρήνες Ι

Όμηρος

Σημαντική μυθική μορφή τόσο στα Αργοναυτικά, όσο και στην Οδύσσεια η Κίρκη συνυπάρχει και στις δύο αφηγήσεις με τις Σειρήνες . Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο Οδυσσέας μόλις έχει επιστρέψει από τον Άδη και ξαναβρίσκεται στο νησί της Κίρκης , που τον συμβουλεύει πώς να αποφύγει τους κινδύνους που θα συναντήσει στον δρόμο του για την Ιθάκη. Οι Σειρήνες είναι η πρώτη δοκιμασία του Οδυσσέα μετά τον αποχωρισμό του από την Κίρκη.

Θα φτάσεις πρώτα στις Σειρήνες, αυτές που καταθέλγουν όλους τους ανθρώπους, όποιος βρεθεί στα μέρη τους. Αν κάποιος πλησιάσει ανύποπτος κι ακούσει των Σειρήνων τη φωνή, δεν γίνεται να τον χαρούν ξανά στον γυρισμό του γυναίκες και μικρά παιδιά· τον θέλγουν οι Σειρήνες με το οξύφωνο τραγούδι τους, σ’ ένα λιβάδι καθισμένες· γύρω σωρός τα κόκαλα, σάρκες ανθρώπων σαπισμένες, φαγωμένα δέρματα. Σε συμβουλεύω να τις προσπεράσεις· όσο για τους συντρόφους σου, γλυκό κερί σαν μέλι μάλαξε και βούλωσε μ’ αυτό τ’ αυτιά τους, ώστε κανείς από τους άλλους να μην το ακούσει το τραγούδι τους. Μόνος εσύ μπορείς να τις ακούσεις, αν το θελήσεις· θα πρέπει ωστόσο, εκεί στο πλοίο που θα φεύγει γρήγορα, χέρια και πόδια να σε δέσουν, όρθιο πάνω στο κατάρτι, με τα σχοινιά πλεγμένα γύρω του· κι έτσι να ακούσεις, να απολαύσεις των Σειρήνων τη φωνή. Κι αν τους συντρόφους σου παρακαλείς, αν τους φωνάζεις να σε λύσουν, εκείνοι ακόμη πιο σφιχτά, με περισσότερα σχοινιά θα πρέπει να σε δέσουν. […] «Καλοί μου φίλοι, ένας δεν φτάνει μήτε δυο να ξέρουν όσα η Κίρκη λέγοντας μού προφήτεψε, σεμνή θεά. Γι’ αυτό κι εγώ θα σας μιλήσω, ώστε γνωρίζοντας ή να πεθάνουμε, ή να γλιτώσουμε τον θάνατο και να ξεφύγουμε τη μαύρη μοίρα. Λοιπόν η πρώτη συμβουλή της ήταν πώς θα αποφύγουμε το θείο τραγούδι των Σειρήνων και το ανθισμένο τους λιβάδι. Μόνο σ’ εμένα επέτρεψε ν’ ακούσω τη φωνή τους· αλλά θα πρέπει να με δέσετε σφιχτά, τόσο που να πονέσω, να μην μπορώ να κουνηθώ, όρθιο πάνω στο κατάρτι, με τα σχοινιά πλεγμένα γύρω του. Κι αν σας παρακαλώ, αν σας φωνάζω να με λύσετε, εσείς θα πρέπει πιο σφιχτά να με τυλίξετε, μ’ ακόμη περισσότερα δεσμά». Κι ενώ μιλώντας εξηγούσα στους συντρόφους το κάθετι, πλησίαζε πια το καράβι, γερό σκαρί, στων δύο Σειρήνων το νησί, γρήγορα όπως το έσπρωχνε πρίμο το αγέρι. Τότε μεμιάς έπεσε ο άνεμος, άπλωσε η νηνεμία γαλήνη, κοίμισε ο δαίμονας τα κύματα. Ευθύς πετάχτηκαν πάνω οι σύντροφοι και μαϊνάρουν τα πανιά, τα μάζεψαν στο κοίλωμα του πλοίου κι έσκυψαν στα κουπιά — ξύλα καλοξυσμένα ελάτινα λευκαίνουν τώρα το νερό. Την ίδια ώρα εγώ, με κοφτερό χαλκό, χωρίζω φέτα από κερί, μεγάλη, ολοστρόγγυλη, και στα γερά μου χέρια μάλαξα τα κομμάτια της· γρήγορα το κερί ζεστάθηκε απ’ τη δική μου τη μεγάλη δυναμη, αλλά κι από το πύρωμα του Ήλιου, οπού περνά σαν βασιλιάς τον ουρανό. Με τούτο το κερί, όλους μου τους συντρόφους, τους βούλωσα τ’ αυτιά. Αλλά κι εκείνοι μ’ έδεσαν στο πλοίο χέρια-πόδια, όρθιο πάνω στο κατάρτι, με τα σχοινιά σφιγμένα γύρω του. Ύστερα καθισμένοι στα ζυγά, με τα κουπιά στο χέρι χτυπούσαν το νερό της γκρίζας θάλασσας. Κι όπως κωπηλατώντας γρήγορα, σίμωσε τόσο το καράβι στο νησί, που θα μπορούσε να ακουστεί η φωνή του ανθρώπου, μας πήραν οι Σειρήνες είδηση, πως προσπερνούσε το σκαρί μας γοργοτάξιδο, κι άρχισαν το ψηλόλιγνο τραγούδι τους: «Έλα, Οδυσσέα περίφημε, δόξα των Αχαιών, πλησίασε, άραξε εδώ το πλοίο, ν’ ακούσεις τη φωνή μας. Αφού κανείς ποτέ δεν μας προσπέρασε στο μελανό καράβι του, προτού να ακούσει από το στόμα μας τη μελιστάλακτη φωνή μας· πρώτα ευφραίνεται κι ύστερα συνεχίζει το ταξίδι του, κερδίζοντας καινούργια γνώση. Γιατί τα πάντα εμείς γνωρίζουμε, όσα τραβήξανε στης Τροίας τον κάμπο Αργείοι και Τρώες — θέλημα των θεών. Κι ακόμη ξέρουμε τα όσα συμβαίνουν πάνω σ’ ολόκληρη τη γη με τα πολλά γεννήματα». Έτσι μιλώντας τραγουδούσαν με φωνή περίκαλλη· κι εμένα μέσα μου η καρδιά μου λαχταρούσε να τις ακούσει, παρακαλούσα τους συντρόφους να με λύσουν, έκανα νόημα γνέφοντας· αλλά εκείνοι εκεί, σκυμμένοι στα κουπιά, κωπηλατούσαν. Κι αυτοστιγμεί πετάχτηκαν ο Ευρύλοχος κι ο Περιμήδης. μ’ έδεσαν μ’ άλλα, πρόσθετα σχοινιά, μ’ έφιγγαν πιο γερά. Τέλος, όταν πια τις περάσαμε, και δεν ακούγαμε μήτε φωνή μήτε και το τραγούδι των Σειρήνων, τότε οι καλοί μου εταίροι έβγαλαν το κερί, αυτό που εγώ τους άλειψα στ’ αυτιά τους, με λύνουν κι εμένα απ’ τα δεσμά μου.

Όμηρος, Οδύσσεια Απόλογοι Σειρήνες, Πλάγκτες, Σκύλλα, Χάρυβδη, Θρινάκια Ραψωδία μ, μτφρ. Δ.Ν. Μαρωνίτης, Στιγμή, Αθήνα 1994, σ. 11-13 & 19-23.

Λογοτεχνικά κείμενα
Κριτικά κείμενα