Kafka: Οι σιωπηλές Σειρήνες

Αν στην Οδύσσεια οι Σειρήνες δεν έχουν όψη, στον Franz Kafka συμβαίνει το αντίθετο: έχουν όψη, αλλά δεν έχουν φωνή. Στο κείμενό του «Σιωπή των Σειρήνων» αποσυναρμολογεί ειρωνικά τον μύθο δίνοντάς του την περιβολή μιας παραβολής, τοποθετώντας το δηλαδή σε άλλο λογοτεχνικό είδος, που έχει μάλλον διδακτικό σκοπό. Αυτή η «διδαχή», που είναι μια αντι-διδαχή, μπαίνει ως προμετωπίδα του κειμένου: «σωτήρια μπορεί να φανούν και τα ανεπαρκή, ακόμη και τα παιδαριώδη μέσα». Το κείμενο που είναι δομημένο στο δίπολο σιωπή/φωνή-τραγούδι, ανατρέπει συνεχώς την ιστορία που αφηγείται. Έτσι, οι Σειρήνες μπορεί να σιωπούσαν γιατί αυτό ήταν το πιο δυνατό τους όπλο, μπορεί όμως να σιωπούσαν και επειδή λησμόνησαν να τραγουδούν. Ο Οδυσσέας, από την άλλη, δεν άκουσε τη σιωπή τους, του φάνηκε ότι τραγουδούσαν ή άκουσε τη σιωπή τους και παρίστανε ότι άκουγε το τραγούδι τους.

Αντιστρέφοντας την αρχική σχέση μεταξύ Οδυσσέα και Σειρήνων, οι Σειρήνες σιωπούν και ο Οδυσσέας του Kafka, σε αντίθεση με εκείνον του Ομήρου που είναι δεμένος στο κατάρτι για να ακούσει μόνο αυτός το τραγούδι των Σειρήνων, είναι εξαρχής μόνος του και έχει τα αυτιά του βουλωμένα με κερί. Ο Kafka προσθέτει επιπλέον στην παραδειγματική σειρά του ακούω το βλέπω/κοιτάω. Αφαιρώντας τη φωνή από το μύθημα και αντικαθιστώντας με το βλέμμα την επιθυμία για καθρέφτισμα και την αποστροφή του βλέμματος, επιτυγχάνει να τον αντιστρέψει υπενθυμίζοντας παράλληλα διαρκώς τον αρχικό πυρήνα του μύθου: δεν είναι οι Σειρήνες πλέον αυτές που ξελογιάζουν, αλλά αυτές που ξελογιάστηκαν.

Τα δομικά στοιχεία του ομηρικού μυθήματος είναι όλα εκεί: ο Οδυσσέας, οι Σειρήνες, το ξελόγιασμα και το αίσιο τέλος της περιπέτειας. Όμως, η σιωπή που αντικαθιστά τη φωνή και οι δύο αισθήσεις που αντικαθιστά η μία την άλλη, η όραση την ακοή, αρκούν για να διηγηθεί ο Kafka, σε μια από τις πολλές αυτοαναφορικές στιγμές του έργου του, πώς λειτουργεί ο μύθος στη λογοτεχνία: ως εύπλαστη πρώτη ύλη, ως ένας κώδικας που επιτρέπει ακόμα και με «παιδαριώδη και ανεπαρκή μέσα» τη διατύπωση νέων μηνυμάτων με χρήση παλιών υλικών, ένας κώδικας επίσης που, όπως και η λογοτεχνία, αντιστέκεται στην κυριαρχία του λόγου και στη λογική της μη αντίφασης (βλ. και Πόλκας 1999 ).

Λογοτεχνικά κείμενα
Κριτικά κείμενα