Ο ρομαντισμός ανέδειξε το παράδοξο του έργου τέχνης, επισημαίνοντας τη διττή του λειτουργία: από τη μια είναι ό,τι απαναπαριστά, από την άλλη δεν παύει να ορίζεται από την υλική του υπόσταση. Ο υπερρεαλισμός και οι πρωτοπορίες που ακολούθησαν αξιοποίησαν το παράδοξο με στόχο τη διερεύνηση όχι μόνο της πραγματικότητας αλλά και της φύσης της τέχνης. Ιδιαίτερα στην οπτική ποίηση το παράδοξο αναδείχθηκε σε βασικό μηχανισμό ειρωνείας. Στο έργο του Μιχαήλ Μήτρα (2003) η ειρωνεία είναι πολλαπλή, καθώς το εικαστικό έργο είναι ένα κείμενο που σχολιάζει το περιεχόμενο και, συγχρόνως, την ειδολογική ταυτότητα του εικαστικού έργου μέσα από την άρνηση και την αναίρεσή της. Ο πίνακας όχι μόνο θέτει ερωτηματικά για τη σχέση γραφής και εικαστικής αναπαράστασης, αλλά και, ανακαλώντας το έργο του Magritte, σχολιάζει τη σύνθετη σχέση είναι και φαίνεσθαι. Από το αρχείο της Κατερίνας Κωστίου.