Το ποίημα του υπερρεαλιστή ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκου, γραμμένο στη δεκαετία του 1960, εξυμνεί την τέχνη του κινηματογράφου ως τέχνη διαδοχής εικόνων, από όπου γεννιέται η μαγεία, μια μαγεία ανάλογη με εκείνη της υπερρεαλιστικής ποίησης. Ό,τι συνδέει τις δύο τέχνες συμπυκνώνεται στους τελευταίους έξι στίχους του ποιήματος: η εγγύτητα των δύο τεχνών, ακριβέστερα η εγγύτητα ανάμεσα στο σινεμά και την υπερρεαλιστική ποίηση, έγκειται στην αποκαλυπτική και άμεση αλήθεια των διαδεχόμενων εικόνων τους και όχι στο νόημα που ο θεατής ή ο αναγνώστης μπορεί να αποδώσει σε αυτή τη διαδοχή.
Τα μυστικά του σινεμά Είναι σαν της ποιήσεως την μαγεία Είναι σαν ποταμός που ρέει Εικών εικών και άλλες εικόνες Κ’ αίφνης — διακοπή Cut! Cut! Coupez! (Παρών και ο clackman κάθε τόσο) Κ’ έπειτα πάλι ο ποταμός Κ’ έπειτα πάλι εικόνες Και ουδέποτε χάνεται ο ειρμός Όχι στο νόημα μα στη μαγεία Όσο και αν ρέουν τα καρρέ Βωβού ή ομιλούντος Σαν ποταμός που ρέει Ή σαν κορδέλλα που εκτυλίσσεται Φθάνει να ρέη η κάθε εικόνα Με άκραν συνέπειαν στον εαυτόν της Φθάνη να ζει πλήρη ζωή η κάθε μια Τα μυστικά του σινεμά Δεν είναι στο νόημα μα στην αλήθεια που έχουν Τα ορατά οράματα κινούμενα μπροστά μας Παράλογα ή λογικά Τα μυστικά του σινεμά Είναι και αυτά εικόνες.
Ανδρέας Εμπειρίκος, Αι γενεαί πάσαι ή η σήμερον ως αύριον και ως χθες, φιλολ. επιμ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 1984, σ. 121.