Στο ποίημα του αριστερού και λαϊκής καταγωγής ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα, το οποίο δημοσιεύθηκε στη Νέα Εστία το 1937 , όχι μόνο αναγνωρίζεται ο «δοξασμένος Τσάρλι Τσάπλιν» και αποδίδεται τιμή στον «θαυμαστό κωμικό», αλλά και γίνονται άμεσες κοινωνικές νύξεις. Ο φτωχός νέος φοιτητής με τα «τρύπια παντελόνια» που ζει στον συνοικισμό, εικονογραφείται ως ένας άδοξος κι ανώνυμος έλληνας Σαρλώ που βρίσκει στον κινηματογράφο τη λύτρωση από τις πικρές του έγνοιες. Ο διδακτισμός δεν λείπει από το ποίημα, καθώς φανερά ο κινηματογράφος, με σημείο αναφοράς τις κοινωνικά ευαίσθητες κωμωδίες του Chaplin, προβάλλεται ως η «φτηνή διασκέδαση» που φέρνει την «τέχνη» κοντά στον «άμαθο κοσμάκη τον απλό». Ο ήρωας του ποιήματος φαίνεται να λειτουργεί ως προσωπείο του ποιητή Κοτζιούλα: ο φτωχός νέος ελπίζει ότι κάποτε θα μπορέσει να γίνει κι αυτός, όπως ο Chaplin, ο δημιουργός μιας παρηγορητικής τέχνης απευθυνόμενης στον λαό που την έχει ανάγκη.
Καθώς εζήταε μια διασκέδαση φτηνή, με κάποιο τάληρο που βρέθηκε στην τσέπη, μπήκε στον κινηματογράφο εδώ και βλέπει το δοξασμένο Τσάρλι Τσάπλιν στη σκηνή.
Τον είχε δει κι άλλες φορές, μα σήμερα, μπορεί να πει, καταλαβαίνει στην εντέλεια την τέχνη ετούτη που σκορπίζει τόσα γέλια γύρου στον άμαθο κοσμάκη τον απλό. Αχ, αχ, αυτός ο στραβοπόδης ο Σαρλώ, που ξεκαρδίζονται μ’ αυτόν τα παιδαρέλια με την αιώνια αμηχανία του κι αφέλεια, τι χρυσάφι έχει βγάλει από τα εφήμερα!
Κι ο νέος που γυρίζει μεσοχείμωνα σε δρόμους κεντρικούς με παντελόνια τρύπια φέρνει ολοένα στο μυαλό του τα τερτίπια που συχναλλάζει ο κωμικός ο θαυμαστός. Ωχ, ας μπορούσε, Θε μου, κάποτε κι αυτός, με στίχο ή με πεζό —λουλούδια από τα ερείπια— να βγάλει δάκρια, να κινήσει καρδιοχτύπια. Λαμπρές ιδέες γυρνούν στο νου του επίμονα.
Με το σακάκι γυρισμένο στο λαιμό, με τέτοια σκέδια περπατώντας και παρόμοια, δε νιώθει πια την υγρασία στα πεζοδρόμια. Κι έχει μιαν ώρα ίσαμε το συνοικισμό.
Γιώργος Κοτζιούλας, Σιγανή φωτιά, Αθήνα 1938 [= Αθηνά Βογιατζόγλου, Άπαντα – Τόμος πρώτος. Ποιήματα 1928-1942, [επιμ. Λέανδρος Βρανούσης], Δίφρος, Αθήνα 1956, σ. 89.