Η μελέτη της Αθηνάς Βογιατζόγλου εξετάζει τη σχέση του ποιητή Γιώργου Κοτζιούλα με τον κινηματογράφο. Επικεντρώνεται στο ποίημά του «Τσάρλι Τσάπλιν. Αφού είδαμε κι εμείς το “Δικτάτορα”» (1947), το οποίο «περιγράφει και σχολιάζει σκηνές από την πρώτη ομιλούσα ταινία του Τσάπλιν, τον σατιρικό Μεγάλο Δικτάτορα [The Great Dictator] (1940), που μόλις είχε διανεμηθεί στην Ελλάδα».
Σε μια εποχή που σπάνιζαν ακόμη οι αναφορές της νεοελληνικής ποίησης στον κινηματογράφο, ο Γιώργος Κοτζιούλας έγραψε δύο πολύ ενδιαφέροντα ποιήματα με θέμα τον Τσάρλι Τσάπλιν. Το πρώτο, που δημοσιεύτηκε το 1937, αφορά την κωμικοτραγική τέχνη των βουβών μεσοπολεμικών ταινιών του, ενώ το δεύτερο, γραμμένο μια δεκαετία αργότερα, περιγράφει και σχολιάζει σκηνές από την πρώτη ομιλούσα ταινία του Τσάπλιν, τον σατιρικό Μεγάλο Δικτάτορα (1940), που είχε μόλις διανεμηθεί στην Ελλάδα. […]
[...] Η ταινία σατιρίζει με μοναδική έμπνευση και τόλμη τον φασισμό στο πρόσωπο του Χίτλερ και προβλήθηκε το 1940, στο ξεκίνημα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως έχει επανειλημμένως επισημανθεί, το έργο ξεπερνά κατά πολύ τη συγκυρία στην οποία αναφέρεται. Και για τον δοκιμαζόμενο από τον Εμφύλιο ελληνισμό του 1947 είχε μια εντελώς ξεχωριστή σημασία. Οι διανοούμενοι —κυρίως από τον χώρο της αριστεράς— υποδέχτηκαν το έργο ως μεγάλο πνευματικό γεγονός και ως ένα κάλεσμα για αγώνα κατά των εγχώριων και ξένων τυράννων, στους οποίους συγκαταλέγονταν πλέον και οι Αμερικανοί (ας μην ξεχνάμε ότι το ίδιο έτος, στο ξεκίνημα του Ψυχρού Πολέμου, ο Τσάπλιν κινδύνευε να απελαθεί από τη χώρα στην οποία μπόρεσε να χτίσει το επαναστατικό οικοδόμημα της τέχνης του). […]
Στις 20 του [Μαρτίου], στο πέμπτο τεύχος του ολιγόζωου αριστερού περιοδικού Νέοι Σταθμοί, δημοσιεύεται το ποίημα του Κοτζιούλα «Τσάρλι Τσάπλιν», με τον επεξηγηματικό υπότιτλο «Αφού είδαμε κι εμείς το “Δικτάτορα”». Το ποίημα (που καταγράφεται στο σχεδίασμα βιβλιογραφίας του Κοτζιούλα της Μαρίας Αντωνίου-Τίλιου αλλά δεν περιλαμβάνεται στα Άπαντα του ποιητή) διεκδικεί τρεις πρωτιές στη νεοελληνική ποίηση, τουλάχιστον ενόσω η φιλολογική έρευνα της περιόδου παραμένει ελλιπής: είναι πιθανότατα το μόνο ποίημα που γράφτηκε για την ταινία (σε πρωτοτυπία το συναγωνίζονται μόνο δύο μονόπρακτα του Βασίλη Ρώτα: η έμμετρη κωμωδία «Γράμμα του Καραγκιόζη στον Σαρλώ» και «Ο Σαρλώ στην Αθήνα», που δημοσιεύτηκαν στον Ρίζο της Δευτέρας τον Ιούνιο του 1947)· είναι το πρώτο ποίημα που μιλάει ανοιχτά, σε μια εποχή που το Ολοκαύτωμα δεν είχε αποκτήσει ακόμη βαρύτητα στη συλλογική και λογοτεχνική μνήμη, για το «μακέλεμα» και το «ξεκλήρισμα» των Εβραίων (ας σημειωθεί ότι στα μαρτύρια και τις αγριότητες που υπέστησαν στην Ελλάδα οι ηπειρώτες Εβραίοι είχε αναφερθεί στο μονόπρακτο «Τα πάθη των Εβραίων» το 1943)· τέλος, είναι το πρώτο και ίσως το μόνο νεοελληνικό ποίημα που αφηγείται εν εκτάσει την πλοκή ενός κινηματογραφικού έργου, περιγράφει χαρακτηριστικές σκηνές του και σχολιάζει το μήνυμά του.
Στο πλαίσιο της ποίησης του Κοτζιούλα, εξάλλου, το «Τσάρλι Τσάπλιν» έχει μια ιδιαίτερη θέση, καθώς είναι —με διαφορά— το εκτενέστερο ποίημά του και, κυρίως, το μόνο που απειθεί στους μετρικούς κανόνες της παραδοσιακής ποίησης, στους οποίους ο Κοτζιούλας υπήρξε πάντοτε με ζήλο αφοσιωμένος. Έντονα ανισοσύλλαβο, με ποικιλία μέτρων και ελεύθερη ανάπτυξη των στροφών, το «Τσάρλι Τσάπλιν» κρατάει από τους παραδοσιακούς τρόπους μόνο τη ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. […]
Το «Τσάρλι Τσάπλιν» είναι ένα «κλειστά» κινηματογραφικό ποίημα, με την έννοια ότι περιορίζεται στο να αναπαραστήσει λεκτικά τον Μεγάλο Δικτάτορα, σαν φόρος τιμής στην ταινία, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του όσα μεσολάβησαν από το 1938-39 ώς το 1947. Ωστόσο, το ποίημα κλείνει με μια δραματική έκκληση προς τον παγκόσμιο κινηματογραφικό αστέρα να στείλει «μια αχτίδα από το Πνεύμα του» στη νυχτωμένη Ελλάδα του Εμφυλίου. Ο Κοτζιούλας δε συνήθιζε να χρησιμοποιεί κεφαλαίο αρχικό γράμμα για να δώσει έμφαση σε αφηρημένες λέξεις, τον απωθούσε ο ιδεαλισμός και απέφευγε τις ρητορικές κορώνες. Οι καιροί όμως ήταν ιδιαίτερα κρίσιμοι και δεν θέλησε να αφήσει ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία που του πρόσφερε η παγκόσμια επικοινωνιακή δύναμη του κινηματογράφου — ανήγαγε τον Τσάπλιν σε μυθική μορφή ανάλογη (αλλά αποτελεσματικότερη ως προς την κοινωνική της εμβέλεια) με εκείνες του Διόνυσου-Άδη ή του Διόνυσου-Χριστού, που είχε επικαλεστεί για τη σωτηρία της Ελλάδας ο Άγγελος Σικελιανός την περίοδο της Κατοχής.
Αθηνά Βογιατζόγλου, «Ο Μεγάλος Δικτάτορας. Η τραγική επικαιρότητα του Τσάρλι Τσάπλιν, της ομώνυμης ταινίας του, αλλά και της ματιάς του Γιώργου Κοτζιούλα», εφ. Η Αυγή, 10 Ιουνίου 2012.