Ενώ η ποίηση γενεαλογικά συνδέεται με τη μουσική και στις πρώτες εμφανίσεις της ήταν μόνιμα εμπλεγμένη με αυτήν, ο ποιητικός λόγος σταδιακά αποκόπηκε από τον μουσικό, μια αποκοπή που σφραγίζει η προσπάθεια της νεότερης ποίησης (του ρομαντισμού καταρχάς και κατόπιν του συμβολισμού) να ενσωματώσει στοιχεία μουσικά. Έως τη σύγχρονη ποίηση, που υπερβαίνει τις παραδοσιακές τεχνικές (μετρικό και στροφικό σύστημα, ρίμα) χωρίς να χάνει την ικανότητα της ανάπλασης των παγιωμένων ειδών, πολλές μεταλλαγές του λυρικού λόγου έχουν επέλθει, προκαλώντας, και όχι μόνο ακολουθώντας, τα ποικίλα ρεύματα και τις πολλαπλές θεωρητικές τάσεις ποιητικής.
Ολόκληρη η λυρική ποίηση μετά το 1600 έχει χαρακτηριστεί «νεότερη». Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια ποίησης και ποιητικής του Princeton (1993), το σώμα του λυρισμού, από τα πιο αντικειμενικά και εξωτερικά έως τα πιο υποκειμενικά και εσωτερικά ποιήματα, μπορεί να χωριστεί σε τρεις κυρίως κατηγορίες: 1) τον λυρισμό του θεάματος ή του εμβλήματος, το περισσότερο εξωτερικευμένο είδος λυρισμού που χρησιμοποιεί το εικονικό στοιχείο της τυπογραφίας για να αναπαραστήσει το αντικείμενο ή την έννοια που το ποίημα προβάλλει· 2) τον λυρισμό της σκέψης ή της ιδέας, με κλασικό προσανατολισμό που συγκλίνει με την άποψη του Οράτιου ότι η ποίηση πρέπει να είναι dulce et utile και δίνει έμφαση στη μουσικότητα της φόρμας που θα ισορροπούσε το προζαϊκό περιεχόμενο· 3) τον λυρισμό της συγκίνησης ή του συναισθήματος, που στον σύγχρονο κόσμο έχει ταυτιστεί με την «ποίηση» μέσω του ρομαντισμού, και συνιστά τρεις μεγάλες ομάδες: του αισθησιασμού, της φαντασίας και του μυστικισμού.
Η μεγάλη αλλαγή που συνέβη στην ποίηση μετά τον ρομαντισμό, αφορά την αποσύνδεσή της από την έκφραση προσωπικών συναισθημάτων και τη στροφή του ενδιαφέροντος στην ίδια τη γλωσσική της υπόσταση, στη λέξη και τον ήχο της, όπως πραγματοποιήθηκε από τους παρακμιακούς και τους συμβολιστές. Έχουμε έτσι τον φωτισμό του σημαίνοντος του ποιητικού λόγου, που μας οδηγεί στις πιο ακραίες του στιγμές είτε στην αποθέωση του ήχου από πρωτοποριακά ρεύματα, όπως ο φουτουρισμός, ο ντανταϊσμός και ο λετρισμός, είτε σε μια επιστροφή στον λυρισμό του θεάματος με την οπτική ποίηση, που δίνει έμφαση στην απόδοση του γραπτού ή τυπογραφικού μέρους της ποίησης ως ποιητικού αντικειμένου.
Ο γαλλικός συμβολισμός επέφερε και την αλλαγή της ποιητικής μορφής. Σταδιακά ο στίχος ελευθερώθηκε και μεταπολεμικά εγκαταλείφθηκαν τα παραδοσιακά μέτρα και οι τρόποι (ισόμετροι στίχοι, ομοιοκαταληξία, ισόστιχες στροφές). Έτσι περνάμε από την παραδοσιακή (ή έντεχνη) στη νεωτερική (ή μοντέρνα) ποίηση, η οποία γράφεται με ανομοιοκατάληκτο ελεύθερο στίχο και ελεύθερο ρυθμό. Αυτό δεν σημαίνει πως το μέτρο εξαλείφεται. Εκτός από την υιοθέτησή του στο λαϊκό τραγούδι και σε πολλές, χρηστικές κυρίως, πλευρές του πολιτισμού, οι παραδοσιακές φόρμες επανέρχονται σε ορισμένα ποιητικά κείμενα του «νέου φορμαλισμού» (πρόκειται για μια τάση που εμφανίζεται αρχικά στις Η.Π.Α. στο μέσον περίπου της δεκαετίας του 1980 και, υιοθετώντας παραδοσιακούς λυρικούς τρόπους, αντιδρά στον υποβιβασμό της λυρικής μορφής και του εξομολογητικού τόνου στη σύγχρονη ποίηση).