Το μουσικό και θεωρητικό έργο του Richard Wagner σημάδεψε τους συμβολιστές ποιητές με τον πιο έντονο αλλά ταυτόχρονα και αμφιλεγόμενο τρόπο, καθώς η μεγαλειώδης διάσταση των έργων του ερχόταν σε αντίθεση με την ονειρική υποβλητικότητα της συμβολιστικής ποίησης. Η έννοια του Ολικού Έργου Τέχνης (Gesamtkunstwerk), όπου το θέατρο, η μουσική, η ποίηση, το τραγούδι και η ζωγραφική συνθέτουν μια συνολική μορφή τέχνης, ήταν κεντρική στο βαγκνερικό καλλιτεχνικό όραμα.
Το 1851 ο Βάγκνερ εξέδωσε το θεωρητικό του έργο Όπερα και Δράμα, όπου ανέλυσε διεξοδικά τις μουσικοδραματικές επιδιώξεις του γύρω από την ανανέωση και μεταρρύθμιση της όπερας σε άμεση κριτική αντιπαράθεση με την προηγούμενη εξέλιξή της. Στο έργο αυτό διατύπωσε ορισμένες σημαντικές απόψεις που αφορούσαν τα νεωτερικά στοιχεία των μουσικών δραμάτων του. Ο Βάγκνερ αναφέρθηκε στην έννοια «Gesamtkunstwerk» («συνολικό έργο τέχνης»), που υποδήλωνε την αδιάσπαστη ενότητα κειμένου, μουσικής, σκηνικής δράσης και κίνησης, καθώς και στην τεχνική του «Leitmotiv», του «εξαγγελτικού μοτίβου», στοιχεία τα οποία καθιερώθηκαν ως συστατικά γνωρίσματα των μουσικών δραμάτων του. Για την πραγματοποίηση αυτών των μουσικοδραματουργικών ιδεωδών, ο Βάγκνερ υπογράμμισε και σε άλλα θεωρητικά έργα του τη σπουδαιότητα του ρόλου της ορχήστρας, η οποία μετατράπηκε σε εννοιολογικό φορέα δραματικής έκφρασης. Η ορχήστρα του Βάγκνερ παρατηρεί τις ψυχικές καταστάσεις των ηρώων, διαφωτίζει τα ψυχολογικά αίτια, περιγράφει τις εσωτερικές διεργασίες, σχολιάζει τις πράξεις των δρώντων προσώπων και επιπλέον συμβάλλει σημαντικά στην αλληλουχία του δράματος και στη διασύνδεση των χαρακτήρων και κινήτρων. Αυτές οι θεμελιώδεις αρχές των μουσικών δραμάτων του πραγματοποιήθηκαν χάρη στην «ατέρμονη μελωδία» (die unendliche Melodie), που λειτούργησε ως ενοποιητικό στοιχείο μουσικής και δραματικής έκφρασης.
Εύη Νίκα-Σαμψών, «Όπερα». Μουσική, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2007, σ. 137-138.