Στην Ελλάδα η μουσική θα συνοδέψει ιδιότυπα και τον υπερρεαλισμό, ο οποίος ως κίνημα συνδέεται περισσότερο με τη ζωγραφική. Όπως έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης, περιγράφοντας την αποκαλυπτική εντύπωση που του έκανε η γνωριμία του με τον νεαρό Χατζιδάκι, γύρω στα 1942:
Στο κεφάλαιο της μουσικής ήμασταν, εκείνη τη στιγμή το συνειδητοποιούσαμε, ασυγχώρητα καθυστερημένοι. [...] Από την άλλη μεριά, ο Υπερρεαλισμός [...] δεν τα πήγαινε καλά με τη μουσική. Ο Breton την εξόριζε από την πολιτεία του, όπως ο Πλάτων την ποίηση.
Στους έλληνες υπερρεαλιστές ποιητές υπάρχουν μουσικές αναφορές και μουσικοί τίτλοι, όπως τα περίφημα Κλειδοκύμβαλα της σιωπής (1939) του ζωγράφου-ποιητή Νίκου Εγγονόπουλου, στους πίνακες του οποίου, επίσης, απεικονίζονται συχνά μουσικά όργανα. Έναν υπερρεαλιστικό φόρο τιμής στο ακραίο μουσικο-οπτικό έργο του Stéphane Mallarmé Un coup de dés jamais n’abolira le hasard αποτελεί το ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου «Μια ριξιά ζαριών δεν καταργεί ποτέ την τύχη» (από τη συλλογή Αι γενεαί πάσαι ή Η σήμερον ως αύριον και ως χθες). Το ποίημα ξεκινά με άρνηση του δόγματος «η τέχνη για την τέχνη», με το οποίο συνδέθηκαν πολλοί συμβολιστές («Όχι / Δεν είναι το “art pour l’art” / Η ανωτέρα εκδήλωσις των ποιητών και των ανθρώπων»), για να επαναλάβει τον πρωτότυπο γαλλικό τίτλο του ποιήματος του Mallarmé, προτού κλείσει με το εμβληματικό (και τονισμένο οπτικά): «Αφού μόνον ο έρωτας τον θάνατον νικά / Θά ’ναι η ποίησις σπερματική / Απόλυτα ερωτική / Ή δεν θα υπάρχη».