Οι ημερολογιακές σημειώσεις ποιητών μπορεί να είναι αποκαλυπτικές για τη σχέση τους με τη μουσική και για το πώς διαμόρφωσαν τη «μουσική» ποιητική τους. Οι ημερολογιακές σημειώσεις και τα γράμματα του Σεφέρη από το Λονδίνο, 1931-1934 (Μέρες Β΄), αποτελούν ένα σπάνιο ντοκουμέντο της καθημερινής ενασχόλησης και «μαθητείας» ενός ποιητή, ο οποίος ήταν (όπως όρισε ο ίδιος τον εαυτό του στο κείμενό του «Μονόλογος πάνω στην ποίηση») «ένα κοινός καλόπιστος ακροατής χωρίς τεχνικές γνώσεις αλλά που αγαπά πραγματικά την τέχνη των ήχων». Εδώ είναι μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.
Κυριακή βράδυ, 22 Νοέμβρη [1931]
[...] Αγόρασα χτες ένα φωνογράφο και τις πρώτες πλάκες της Συμφωνίας σε re mineur του Φρανκ […]. Είναι ο μόνος τρόπος να μορφωθώ μουσικά με την ασυγχώρητη αμάθειά μου. [...]
29 Νοέμβρη [1931]
[...] Έτσι επηρεάζομαι από τις μουσικές, γιατί βαρέθηκα να επηρεάζομαι από τους λογοτέχνες. Αύριο θα πάω ν’ αγοράσω το Φαύνο [του Ντεμπυσύ] και το Valse του Ραβέλ ή το Bolero. Φαντάζομαι τους μελλούμενους κριτικούς που δε θα μπορούν να βρουν ποιους έκλεψα. Αν ήμουν ελεύθερος, θα πήγαινα στο Παρίσι να σπουδάσω μουσική.
28 Γενάρη [1932]
[...] Ο κ. Στράτης Θαλασσινός έγραψε το «Νιζίνσκι» αφού άκουσε το Sacre [του Στραβίνσκι] που του θύμισε τις ωραίες στιγμές που ο τρελός χορευτής κόσμησε κάποτε. [...] Χτες πήγα στο κονσέρτο. [...] κυρίως το Καπρίτσιο για πιάνο, έγχορδο κουαρτέτο και ορχήστρα και η Συμφωνία των Ψαλμών του Igor [Στραβίνσκι]. Τί άνθρωπος και τί ρυθμός· έπρεπε ν’ ακούσεις την attaque (ξέρεις τη μανία μου με τις attaques): μια κλωτσιά σ’ όλες τις τρυφερές, ηδονοπαθείς σαχλαμάρες και στους νυσταλέους βηματισμούς. [...]
Κυριακή, 8 Μάη [1932]
Στις 8 με ξύπνησε ο φωνογράφος των σπιτονοικοκυράδων μου κι έπειτα δε μ’ άφησε πια [σε] ησυχία το vacuum cleaner, που είναι κάθε πρωί ένα κεφαλοτρύπανο. Το vacuum είναι παλιά ιστορία, αλλά ο φωνογράφος καινούργιο βάσανο. Εδώ και δεκαπέντε μέρες πέτυχαν την πλάκα ενός τραγουδιού επιθεώρησης· τη γλείφουν σαν καραμέλα· η γριά ξυπνά μ’ αυτή και με δαύτη κοιμάται η κόρη. Προσπαθώ να καταλάβω τις μουσικές τους λειτουργίες. Εμένα μ’ έχουν καταγράψει για παλαβό με τα κομμάτια που αγοράζω· εννοώ τα απλούστερα σαν τη Συμφωνία του Φρανκ ή τους Χορούς του Γρανάδος: τα βρίσκουν most unusual (φυσικά, όταν πρόκειται να παίξω το Sacre ή τη Γυμνοπαιδία του Σατί, διπλοκλειδώνομαι). [...]
Σάββατο, 28 Μάη [1932]
[...] Κάποτε στη μικρή μου κάμαρα, μπροστά στο κόκκινο και ατελέστατο γραμμόφωνό μου, έχω την εντύπωση πως είμαι κάποιος αλχημιστής του παλιού καιρού. [...] Ξαναπιάνω από την αρχή φράσεις, προσπαθώ να συνηθίσω το αυτί μου να ξεχωρίσει τα διάφορα όργανα, να παρακολουθεί τί γίνουνται και πώς αλλάζουν τα μοτίβα, και ποιαν ανταπόκριση έχουν τέλος πάντων μ’ εκείνον το ζωντανό άνθρωπο που τα δημιούργησε, και με τη μουσική. [...]
Τρίτη βράδυ, 31 Μάη [1932]
[...] Κάτι ήξερε ο Claude-Achille, που έγραφε «musicien Français» και όχι «compositeur»· και είναι μου-σι-κός. Κάποτε έλεγα [...] ότι και μια μονάχα λέξη να είχε μια γλώσσα, ένας αληθινός τεχνίτης θα μπορούσε να φτιάξει πολλά ωραία τραγούδια. Έτσι συλλογίζομαι για τον παραπάνω· θαρρείς πως μια μονάχα νότα να ’χε η μουσική, δε θα τον πείραζε διόλου — τόσο πολύ έχει κανείς την εντύπωση ότι είναι καινούρια η νότα άμα τη χτυπήσει αυτός. [...] και ένα άλλο πολύ σημαντικό: ότι η μουσική δεν είναι φτιαγμένη με ήχους, αλλά με σιωπή· το υλικό του μουσικού είναι η σιωπή, γιατί αυτήν στολίζει. Και δεν τη στολίζει, όπως ο ζωγράφος το πανί, με χρώματα· αλλά όπως ο γλύπτης το μάρμαρο: με εξοχές, εσοχές και τρύπες.
Σάββατο, 22 Απρίλη [1933]
[...] Γυρίζω από το κονσέρτο: […] Τέσσερεις σονάτες Μπετόβεν […] Φράσεις περίεργες που μ’ έφεραν στα κουαρτέτα που έμαθα ν’ αγαπώ χάρη στο μικρό γραμμόφωνό μου, που βρίσκω τώρα ανεπαρκέστατο. [...]
Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Β΄. 24 Αυγούστου 1931-12 Φεβρουαρίου 1934, Ίκαρος, Αθήνα 1975, σ. 22, 24, 35-36, 58, 67, 72-73 & 129.