Είναι σημαντικό να σταθεί κανείς στο ευρύτερο μουσικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο οι ποιητές διαμόρφωναν τη «μουσική» ποιητική τους. Στον 19ο αιώνα η καθαρά ενόργανη μουσική, που δεν είναι δεμένη με λόγια ή άλλα «εξωμουσικά» στοιχεία, θεωρείται ως η ανώτερη μορφή μουσικής: είναι η λεγόμενη «απόλυτη» ή «καθαρή» μουσική. Ο Ludwig van Beethoven θα αναδειχθεί ως η κατεξοχήν ηρωική μορφή του κανόνα της «κλασικής μουσικής» (Burnham 2000· Goehr 2005). Έργα του όπως η Ενάτη Συμφωνία θα αποτελέσουν τα «ιερά» μεγαλειώδη έργα που ακούγονται στους μεγάλους συναυλιακούς χώρους, οι οποίοι χτίζονται στο πέρασμα του 19ου αιώνα, ενώ άλλα, όπως τα τελευταία του κουαρτέτα, θα αποτελέσουν τις ιδανικές πραγματώσεις του αιτήματος της εσωτερικότητας και εξαΰλωσης. Αλλά ο συνθέτης που θα σημαδέψει τους συμβολιστές ποιητές με τον πιο έντονο και ταυτόχρονα αμφιλεγόμενο τρόπο είναι ένας σύγχρονός τους θρύλος: ο Richard Wagner, με το Ολικό Έργο Τέχνης (Gesamtkunstwerk), όπου το θέατρο, η μουσική, η ποίηση, το τραγούδι και η ζωγραφική συνθέτουν μια συνολική μορφή τέχνης. Ο Baudelaire γοητεύεται από τον Wagner και εμπνέεται τη θεωρία της συναισθησίας και των ανταποκρίσεων (που ενέπνευσε και το ποίημα του Καβάφη «Αλληλουχία κατά τον Βωδελαίρον»), ενώ ο Mallarmé συμπράττει στο περιοδικό Βαγκνερική Επιθεώρηση και υμνεί τον γερμανό συνθέτη. Στην πραγματικότητα ο Wagner θα παίξει καθοριστικό ρόλο στο αίσθημα της «ζήλιας» του Mallarmé προς ό,τι η μουσική είχε «κλέψει από την ποίηση σε δύναμη και θαύματα» (Valéry 1957-1960, Α΄ 1276· Lees 2007). Αλλά δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τη μεγάλη αντίθεση ανάμεσα στο τεραστίων διαστάσεων έργο του Wagner και στο εσωστρεφές και ονειρικό έργο του Mallarmé, που μουσικά θα ταίριαζε πολύ περισσότερο με το έργο του «ιμπρεσιονιστή» Claude Debussy. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Debussy συμμετείχε στις περίφημες «Τρίτες», τις συναντήσεις που οργάνωνε ο Mallarmé στο σαλόνι του στο Παρίσι και άφησαν τη σφαγίδα τους στις καλλιτεχνικές αναζητήσεις της εποχής (Lloyd 2001· McCombie 2003).
Την περίοδο του μοντερνισμού, οι μηχανές αναπαραγωγής του ήχου άλλαξαν ριζικά τη μουσική εμπειρία: εκτός από τον χώρο των παραστάσεων όπερας και των συναυλιών ενόργανης μουσικής, τώρα μπορούσε κανείς να ακούει ηχογραφημένη μουσική στο γραμμόφωνο ή μουσική σε άμεση ραδιοφωνική αναμετάδοση στον προσωπικό του χώρο. Ως προς τη μουσική δημιουργία, πρωτοποριακοί πειραματισμοί ανέτρεπαν την καθιερωμένη αίσθηση της «κλασικής» μουσικής σε όλα τα επίπεδα. Αρκεί να σκεφτούμε τις ατονικές και δωδεκαφθογγικές συνθέσεις του Arnold Schoenberg και τις ρυθμικές και «νεοκλασικές» καινοτομίες του Igor Stravinsky.