Στα ποιήματα παρατηρούμε τις έμφυλες διαστάσεις που προσδίδουν στον οδυσσειακό μύθο γυναίκες ποιήτριες. Παράλληλα μπορεί να διαβαστεί και το ποίημα της Κούλας Αδαλόγλου «[Οδυσσέα Dear...]» .
Λέει η Πηνελόπη
And your absence teaches me
what art could not
DANIEL WEISSBORT
Δεν ύφαινα, δεν έπλεκα ένα γραφτό άρχιζα, κι έσβηνα κάτω απ’ το βάρος της λέξης γιατί εμποδίζεται η τέλεια έκφραση όταν πιέζετ’ από πόνο το μέσα. Κι ενώ η απουσία είναι το θέμα της ζωής μου —απουσία από τη ζωή— κλάματα βγαίνουν στο χαρτί κι η φυσική οδύνη του σώματος που στερείται.
Σβήνω, σχίζω, πνίγω τις ζωντανές κραυγές «πού είσαι, έλα, σε περιμένω ετούτη η άνοιξη δεν είναι σαν τις άλλες» και ξαναρχίζω το πρωί με νέα πουλιά και λευκά σεντόνια να στεγνώνουν στον ήλιο. Δε θα ’σαι ποτέ εδώ με το λάστιχο να ποτίζεις τα λουλούδια να στάζουν τα παλιά ταβάνια φορτωμένα βροχή και να ’χει διαλυθεί η δική μου μες στη δική σου προσωπικότητα ήσυχα, φθινοπωρινά… Η εκλεκτή καρδιά σου —εκλεκτή γιατί τη διάλεξα— θα ’ναι πάντα αλλού κι εγώ με λέξεις θα κόβω τις κλωστές που με δένουν με τον συγκεκριμένο άντρα που νοσταλγώ όσο να γίνει σύμβολο Νοσταλγίας ο Οδυσσέας και ν’ αρμενίζει τις θάλασσες στου καθενός το νου. Σε λησμονώ με πάθος κάθε μέρα για να πλυθείς από τις αμαρτίες της γλύκας και της μυρωδιάς κι ολοκάθαρος πια να μπεις στην αθανασία. Είναι σκληρή δουλειά κι άχαρη. Μόνη μου πληρωμή αν καταλάβω στο τέλος τί ανθρώπινη παρουσία τί απουσία ή πώς λειτουργεί το εγώ στην τόσην ερημιά, στον τόσο χρόνο πώς δεν σταματάει με τίποτα το αύριο το σώμα όλο ξαναφτιάχνει τον εαυτό του σηκώνεται και πέφτει στο κρεβάτι σα να το πελεκάνε πότε άρρωστο και πότε ερωτευμένο ελπίζοντας πως ό,τι χάνει σε αφή κερδίζει σε ουσία.
Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης, Εγνατία/Τραμ, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 7-8.
Σειρήνες
Καλύτερα λοξά το κύμα να με φέρει Άγνωστη σε μια άγνωστη ακτή,
Καλύτερα στη σιωπή, στην τιμωρία της πέτρας Είτε στη θάλασσα που κατατρώει τα χέρσα Και προχωρεί
Καλύτερα Καλύτερα
Να χαθώ με το πιστό μου πλήρωμα ακούγοντας τα λόγια των σειρήνων
Να μη σε ξαναδώ σ’ ό,τι επιβιώνεις Να μη με ξαναδείς σ’ ό,τι δεν απομένει
Εγώ η ατρόμητη κόρη των θαλασσών Των οδών η αγνώριστη Έρπη εγώ
Και μόνη
Εύα Λιάρου-Αργύρη, Μεταβάσεις, Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1995, σ. 69.