Ο T.S. Eliot στη βιβλιοκριτική του για την Οδύσσεια του James Joyce «Οδυσσέας, τάξη και μύθος» (Ulysses, order, and myth, 1923) χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο έργο «ως την πιο σημαντική έκφραση που η σύγχρονη εποχή έχει βρει». Και αυτό γιατί η παράλληλη χρήση της ομηρικής Οδύσσειας από τον Joyce συνιστά μια νέα μέθοδο, τη «μυθική μέθοδο», που μπορεί, σύμφωνα με τον Eliot, να αποτελέσει τον θεμέλιο λίθο της σύγχρονης τέχνης. Ειδικότερα, σημειώνει:
Με τη χρησιμοποίηση του μύθου και πλέκοντας μια συνεχή παραλληλία ανάμεσα στη σύγχρονη εποχή και την αρχαιότητα, ο κ. Τζόυς ακολουθεί μια μέθοδο που πρέπει μετά από αυτόν να ακολουθήσουν κι άλλοι. Δεν θα γίνουν μιμητές περισσότερο από τον επιστήμονα εκείνο που χρησιμοποιεί τις ανακαλύψεις ενός Αϊνστάιν για να προχωρήσει στη δική του ανεξάρτητη, βαθύτερη έρευνα. Είναι απλώς ένας τρόπος για να ελέγξει κανείς, να δομήσει, να αποδώσει μορφή και αξία στο τεράστιο πανόραμα ματαιότητας και αναρχίας που είναι η σύγχρονη ιστορία.
Με βάση τα παραπάνω, ο Eliot θεωρεί τη «μυθική μέθοδο» ένα σημαντικό βήμα για τον μοντερνισμό, έναν οδηγό επιβίωσης του δημιουργού στο άναρχο σύμπαν του μοντέρνου κόσμου. Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση του μύθου και η επέκτασή του στο παρόν προσφέρει στον καλλιτέχνη τον κώδικα εκείνο που καθιστά δυνατή και αποτελεσματική την επικοινωνία του με τους αποδέκτες της τέχνης του, δίνοντάς του τη δυνατότητα να επιβάλει μια τάξη στην αταξία της μοντέρνας εποχής. Η ανάκληση του παρελθόντος, που γίνεται με τη χρήση μυθικών και ιστορικών προσωπείων, συνιστά ένα καταφύγιο για όσους μοντερνιστές ποιητές αναγνώρισαν την αποσπασματική φύση της νεωτερικότητας (Travers 2005, 256). Ουσιαστικά, η μυθική μέθοδος έγινε
χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας μιας μεταμυθικής εποχής, ένα γνώρισμα της σύγχρονής μας λογοτεχνίας, που στον αγγλοσαξονικό χώρο αρχίζει με την εμφάνιση του μοντερνισμού (Τζόυς, Πάουντ, Έλιοτ) και στον ελληνικό χώρο με τον Σεφέρη (ο Καβάφης βαδίζει παράλληλα, και πριν από αυτούς τον δρόμο του δικού του μοντερνισμού).
Ο μύθος, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, συνιστά πια
ένα στοιχείο δομικό […] που βοηθεί τον ποιητή να εκφράσει αντικειμενικότερα την εμπειρία του. Με άλλα λόγια, η μυθική μέθοδος είναι μια αντικειμενική συστοιχία που έχει για μορφή μια μυθική ιστορία.
Βέβαια, η μέθοδος αυτή θεωρείται σε πολλές περιπτώσεις προβληματική, καθώς τα όρια της ισχύος της δεν είναι σαφώς προσδιορισμένα, με αποτέλεσμα ορισμένες φορές οποιαδήποτε μυθική αναγωγή να θεωρείται καταχρηστικά εφαρμογή της μυθικής μεθόδου. Προβληματική κρίνεται ακόμη και η πρώτη εφαρμογή της μεθόδου από τον Eliot στον Οδυσσέα του Joyce, καθώς σύμφωνα με ορισμένους μελετητές «η αντίθεση του μύθου προς τη [σύγχρονη] ιστορία, της μορφής και σημασίας προς τη ματαιότητα και αναρχία, […] είναι απλώς παρανάγνωση του μυθιστορήματος» (Coupe 1997). Ως προς αυτό ο Τάκης Καγιαλής υποστηρίζει ότι ο Eliot δεν είχε καμιά πρόθεση να αναγάγει τη «μυθική μέθοδο» σε κριτικό δόγμα, αλλά την επινόησε για να στρέψει την προσοχή της σύγχρονης κριτικής λίγο πριν την έκδοση της Έρημης χώρας από την απεικόνιση ενός ζοφερού παρόντος στην καινοτόμα μεταχείριση του μύθου. Τονίζει ότι
πρόκειται απλώς για μια συγκυριακή επινόηση, η οποία όμως σύντομα μετατράπηκε σε κριτικό δόγμα (ή κριτικό μύθο, κάποτε όμως και σε απλό κλισέ) προκαλώντας, ώς τις μέρες μας, πλήθος αντιφάσεων, δολιχοδρομιών και παλινωδιών. Η συγκεκριμένη επινόηση του Έλιοτ ενδέχεται βέβαια να απέκτησε πραγματική υπόσταση και να εφαρμόστηκε, ως μέθοδος, για τη σύνθεση λογοτεχνικών έργων ύστερα από τη διατύπωσή της. Εννοώ ότι τα γραφόμενα του Έλιοτ περί μυθικής μεθόδου δεν αποκλείεται να επηρέασαν εκ των υστέρων άλλους ποιητές (ανάμεσα τους και τον ίδιο τον Σεφέρη), οι οποίοι και να θέλησαν να εφαρμόσουν εμπράκτως τη συγκεκριμένη «μέθοδο» στο έργο τους. […].