Τα βυζαντινά χρόνια έχει ήδη εμφανιστεί ένα είδος «φιλολογικής» επιστολής, που αν και έχει συγκεκριμένο παραλήπτη, απευθύνεται στην πραγματικότητα σε μεγαλύτερο κοινό και διαρρηγνύει οριστικά τον αρχικά ιδιωτικό και χρηστικό χαρακτήρα που εμφανίζει ως είδος λόγου. Χαρακτηριστικές μάλιστα είναι οι επιστολές που αντικαθιστούν το προοίμιο ενός φιλολογικού έργου ή όσες εντάσσονται στην αφήγηση ενός μυθιστορήματος, πρακτική που επιβιώνει από την αρχαιότητα. Από το 1931 ο Ιωάννης Συκουτρής υπογραμμίζει τη σημασία που θα είχε η φιλολογική μελέτη του είδους, αναδεικνύοντας τον διευρυμένο του χαρακτήρα (Συκουτρής 1993).
Ήδη από το τέλος του 17ου αιώνα η εμφάνιση και σταδιακή καθιέρωση του επιστολικού μυθιστορήματος (Guilleragues, Lettres portugaises 1669· Richardson, Clarissa 1747-1748· J.W. Goethe, Die Leiden des jungen Werthers/Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου 1774)· Ugo Foscolo, Le Ultime lettere di Jacopo Ortis/Οι τελευταίες επιστολές του Τζιάκοπο Όρτις 1798· αλλά και στα ελληνικά Παν. Σούτσος, Λέανδρος 1834) εξοικειώνει τους αναγνώστες της λογοτεχνίας με τη θεώρηση της επιστολής ως στοιχείου λογοτεχνικού, κυρίως όμως βοηθά την ανατίμηση του θεωρούμενου ακόμα ως κατώτερου είδους της μυθοπλαστικής πεζογραφίας, καθώς το εμφανίζει υπό το ένδυμα της αληθινής μαρτυρίας.
Επακόλουθο της «εφημεριδοκρατίας» είναι η ανάπτυξη ενός νέου είδους επιστολών, που αποτελούν μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα σύμπραξη και ανανέωση του ιδιωτικού και δημόσιου χαρακτήρα που μπορεί να αποδοθεί στο είδος. Η εφημερίδα, λοιπόν, θα αποτελέσει ιδανικό έδαφος για δημόσια πρόσωπα που καλούνται μέσω της αρθρογραφίας να τοποθετηθούν «προσωπικά» για διάφορα ζητήματα, ενώ, από την άλλη, θα εξασφαλίσει βήμα έκφρασης σε γράφοντες που δεν είναι ούτε επαγγελματίες αλλά ούτε και δημόσια πρόσωπα και οι οποίοι δεν είχαν προηγουμένως καμιά απολύτως πρόσβαση στη δημοσιότητα: οι απλοί πολίτες μετέχουν στη δημοσιότητα μέσω των επιστολών τους που δημοσιεύει ο Τύπος. Αναφύεται έτσι, από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά, μέσα από το ιδιωτικό πεδίο της συγγραφής και της ανάγνωσης, ένα σχετικά πυκνό δίκτυο δημοσίου διαλόγου και μια σφαίρα επικοινωνίας που διαμεσολαβείται από την ανάγνωση και εστιάζει στη συνομιλία. Πρόκειται για τη διαδικασία ανάπτυξης νέων δομών επικοινωνίας που συχνότατα στοχεύουν στον έλεγχο της κρατικής εξουσίας.