Ημερολόγιο

Ασφαλώς ο πιο διάσημος ημερολογιογράφος της νεοελληνικής γραμματείας είναι ο Γιώργος Σεφέρης, συνεπής στην ημερολογιακή καταγραφή σε όλη σχεδόν τη ζωή του. Τα ημερολόγια αυτά αποτελούν σήμερα τη σειρά βιβλίων με τον γενικό τίτλο Μέρες, ενώ σε δύο ξεχωριστούς τόμους εκτείνεται το πολιτικό του ημερολόγιο. Συχνή είναι και η χρήση στοιχείων της ημερολογιακής γραφής στο κατεξοχήν λογοτεχνικό του έργο, όπως συμβαίνει στα τρία Ημερολόγια καταστρώματος και πιο εμφατικά στο μυθιστόρημα Έξι νύχτες στην Ακρόπολη. Λίγα χρόνια μετά την έκδοση του τελευταίου, ο Νάσος Βαγενάς ισχυρίστηκε ότι «η αφήγηση παραμένει στο επίπεδο της ημερολογιακής εξομολόγησης χωρίς να κατορθώνει να γίνει μυθιστορηματική» (Βαγενάς 1979, 138). Αργότερα, ο μελετητής προσπάθησε να επεκτείνει τη δυναμική του επιχειρήματός του προκειμένου να σχολιάσει την εγγενή, κατά την άποψή του, αδυναμία του ημερολογίου να συγκροτήσει αμιγή λογοτεχνία (Βαγενάς 1994, 227-229).

Ωστόσο, η περίφημη «γενιά του ’30», ακολουθώντας τον Γάλλο André Gide, δείχνει σταθερά σημάδια προτίμησης της ημερολογιακής γραφής. Χαρακτηριστικό είναι το Ημερολόγιο της Αργώς, του Γιώργου Θεοτοκά, στο οποίο ο συγγραφέας καταγράφει τη διαδικασία της σύνθεσης του ομώνυμου μυθιστορήματός του. Σημαντικά, επίσης, είναι Τα τετράδια του Παύλου Φωτεινού του Στέλιου Ξεφλούδα.

Στον Τύπο, σε μια σειρά δημοσιευμάτων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται προσωπικές αφηγήσεις, ημερολογιακές καταγραφές, απομνημονεύματα και κλασικές αυτοβιογραφίες, αναδύεται ένας υβριδικός χαρακτήρας με στοιχεία άλλοτε πολιτικής αρθρογραφίας, άλλοτε ιστοριογραφίας, και άλλοτε λογοτεχνίας. Η συστηματική τους μελέτη αναδεικνύει σε επίπεδο λόγου τη διαδρομή από το ιδιωτικό στο δημόσιο και συνεισφέρει στη μελέτη της δημόσιας σφαίρας. Κοινό τους χαρακτηριστικό: η αυτοανάλυση ως προοπτική υπό το πρίσμα της οποίας οι δημοσιογράφοι σφυγμομετρούν τον κόσμο, ενώ ο σημερινός αναλυτής παρακολουθεί τη μετατόπιση της προσοχής από τον «βίο» στον «εαυτό». Μια τέτοια μετατόπιση εντοπίζει στην μετά το ’60 θεωρητική ενασχόληση με την αυτοβιογραφία ο J. Olney, δηλαδή στην αυτοβιογραφία όχι ως μια υποδιαίρεση της βιογραφίας αλλά ως ένα σημαντικό αποτύπωμα της ανθρώπινης συνείδησης (Πασχαλίδης 1993, 15-16).

Εντός του Tύπου, πέρα από τα διάφορα δημοσιεύματα, χαρακτηριστική μιας ιδιαίτερης ημερολογιακής αντίληψης είναι και μια σειρά εντύπων με ετήσια κυκλοφορία, που τιτλοφορούνται ημερολόγια. Τέτοιο είναι το Εθνικόν ημερολόγιον Βρετού που εκδιδόταν για έντεκα χρόνια από τον Μαρίνο Π. Βρετό στο Παρίσι (1861-1871), σταθερά με τη χαρακτηριστική για το είδος στήλη «μηνολόγιο», καθώς και το μακροβιότερο του είδους Εθνικόν ημερολόγιον Κωνσταντίνου Σκόκου (1885-1918). Τα περιοδικά ημερολόγια εμφανίζουν συχνά μια ιδιαίτερη έμφαση στη λογοτεχνία και φιλοξενούν «άρθρα» πολλών, διακεκριμένων ή μη, λογοτεχνών-συνεργατών. Εκτός της ελληνικής επικράτειας πολλές είναι οι εκδόσεις τέτοιου τύπου που καταγράφουν, από τα μέσα του 18ου και εξής, τη δραστηριότητα και την πολιτισμική ζωή των ελληνικών κοινοτήτων του εξωτερικού.

Λογοτεχνικά κείμενα
Κριτικά κείμενα