Ο Εβραίος είναι ένα κορυφαίο παράδειγμα αρνητικού στερεότυπου του Άλλου που αποτυπώνεται σε όλα τα είδη του γραπτού λόγου επί αιώνες στην Ευρώπη ― σε μελέτες, ακόμη και επιστημονικές, στη δημοσιογραφία αλλά και σε λογοτεχνικά κείμενα, ποιήματα και μυθιστορήματα. Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ευρώπης από τους Ναζί έδωσε το έναυσμα για τον προβληματισμό γύρω από την ισχύ και τις ολέθριες συνέπειες των προκαταλήψεων και των αρνητικών στερεοτύπων του, που διαδίδονται και μέσω των λογοτεχνικών κειμένων.
Στα κείμενα μυθοπλασίας μη Εβραίων συγγραφέων η αναφορά σε εβραϊκά θέματα ή σε πρόσωπα Εβραίων δεν γίνεται τυχαία. Ο Εβραίος ή η Εβραία ποτέ δεν εμφανίζονται χωρίς μια δεύτερη, λανθάνουσα πρόθεση του συγγραφέα, και χωρίς μια ειδική σημασιοδότηση. Αλλιώς, γιατί να είναι Εβραίοι; Γιατί ο συγγραφέας να επιλέξει Εβραίους ως υλικό, αν δεν θέλει να μοιραστεί κάτι με τον αναγνώστη, που πάντα έχει σχέση με τις στερεοτυπικές κατασκευές για τον Εβραίο; Όμως εδώ ακριβώς η μυθοπλασία δίνει τη δυνατότητα είτε της αναπαραγωγής των προκαταλήψεων είτε της υπονόμευσης αυτών των προκαταλήψεων. Και η υπονόμευση μέσω της λογοτεχνικής γραφής αποτελεί ένδειξη μιας διαφορετικής οπτικής του συγγραφέα για τον Άλλο: ο συγγραφέας δεξιώνεται τον Άλλο, συμπάσχει με αυτόν και ενσωματώνει το πρόβλημα της διαφοράς και της περιθωριοποίησης.
Κάθε συγγραφέας που γράφει για έναν «Εβραίο», γράφει για έναν λογοτεχνικό τύπο φορτισμένο ιδεολογικά. «Εβραίος κάθε φορά που λέμε, πόσα δεν μπορεί, κατά περίσταση, να εννοούμε! Από τον αισχρότατο τοκογλύφο, ώς τον υψηλότατο προφήτη», παρατηρούσε ο Κωστής Παλαμάς, δίνοντας το στίγμα μιας διπολικότητας που δεν ισχύει βεβαίως στη ζωή, αλλά φαίνεται να έχει καθορίσει τα πρόσωπα των Εβραίων στη λογοτεχνία.
Το αρνητικό στερεότυπο του Εβραίου έχει μεγάλη αντοχή στον χρόνο. Στη λογοτεχνία του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης ο Εβραίος κατηγορήθηκε ως μάγος και ως δηλητηριαστής των πηγών που προκαλούσαν τις μεγάλες επιδημίες. Σύμφωνα με την ίδια λογική, ο Εβραίος είναι δυνάμει δράστης εγκληματικών πράξεων όπως η δολοφονία παιδιών τη Μεγάλη Εβδομάδα στο «βαρέλι με τα καρφιά», για να χρησιμοποιηθεί το αίμα τους για τελετουργικούς σκοπούς. Ψευδείς κατηγορίες εναντίον Εβραίων, ότι πραγματοποίησαν ανθρωποθυσία ή αλλιώς «συκοφαντία αίματος», οδήγησαν σε πολύκροτες δίκες σε πόλεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ανατολικής Ευρώπης. Οι Εβραίοι θανατώνονταν με φριχτά βασανιστήρια. Τέτοια επεισόδια, που η φήμη τους διαχεόταν γρήγορα μέσα από τα λογοτεχνικά κείμενα χάρη στην ανακάλυψη της τυπογραφίας και, επίσης, με εικονογραφημένα φυλλάδια, είχαν έναν σοβαρό πρακτικό αντίκτυπο: οι Εβραίοι, που θεωρούνταν οικονομικοί ανταγωνιστές, διώκονταν από τις πόλεις, και οι τόποι της «θυσίας» ανακηρύσσονταν ιεροί τόποι, όπου συνέρρεαν προσκυνητές και οργανώνονταν πανηγύρια που άφηναν σημαντικά κέρδη.
Μετά την Αναγέννηση το στερεότυπο του Εβραίου «μάγου» και εγκληματία θα αντικατασταθεί από εκείνο του φιλάργυρου. Αρκεί να θυμηθούμε τον Σάιλοκ στον Έμπορο της Βενετίας του Shakespeare. Ανάλογους τύπους Εβραίων συναντάμε στον Γκόμπσεκ του Balzac. Στον 19ο αιώνα θα κατηγορηθεί κυρίως ως άπατρις και προδότης, όπως ο Εβραίος αξιωματικός Άλφρεντ Ντρέυφους, που η δίκη του ξεσήκωσε ολόκληρη τη Γαλλία και έκανε τον Émile Zola να γράψει το περίφημο «Κατηγορώ».
Οι παραπάνω ιδιότητες εμφανίζονται ως πάγια χαρακτηριστικά της εβραϊκής φυλής και αφορούν το σύνολό της. Το αποτέλεσμα είναι ότι τα λογοτεχνικά πρόσωπα Εβραίων που πλάθονται ακολουθώντας τη στερεοτυπική αναπαράσταση, πολύ συχνή στον ρεαλισμό, δεν είναι χαρακτήρες εξελισσόμενοι, αλλά όντα σφραγισμένα από τη μοίρα, με κάποια εγγενή ελαττώματα ή καλύτερα με ένα και μόνο ελάττωμα: να είσαι Εβραίος. Μέχρι τον 19ο αιώνα το ελάττωμα εθεωρείτο ότι μπορεί να θεραπευθεί με το βάπτισμα, όμως από τον 19ο αιώνα, σύμφωνα με τη φυλετική ψευδο-επιστήμη, που τότε εμφανίζεται, το ελάττωμα αυτό θεωρήθηκε ανίατο. Εξαίρεση στο αρνητικό αυτό οπλοστάσιο αποτελούν οι Εβραίοι των ποιητών του 19ου και του 20ού αιώνα, που χρησιμοποιούν πρόσωπα Εβραίων εμπνευσμένα από τη Βίβλο.
Η μόνιμη ύπαρξη ενός αρνητικού στερεότυπου για τον Εβραίο στη χριστιανική Ευρώπη δείχνει ότι το σχέδιο του Χίτλερ για τη ριζική κάθαρση της Ευρώπης από τους Εβραίους δεν γεννήθηκε σε κάποιο ιστορικό-κοινωνικό κενό (Αμπατζοπούλου 1998).
Μετά το Ολοκαύτωμα των Εβραίων από τους Ναζί, αναπτύχθηκε ιδιαίτερα το λογοτεχνικό είδος της «μαρτυρίας» των επιζώντων, σε μορφή αφήγησης των εμπειριών από τα ναζιστικά στρατόπεδα και της διάσωσής τους, συχνά με αναδρομές στην προηγούμενη ζωή τους. Ο γερμανοεβραίος συγγραφέας Elie Wiesel γράφει ότι η μαρτυρία είναι το πιο σημαντικό είδος λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, γιατί η φωνή των θυμάτων ενός πολέμου και μιας γενοκτονίας αποδίδει πιο αυθεντικά τα γεγονότα. Κορυφαίος στο είδος αυτό είναι ο ιταλοεβραίος συγγραφέας Primo Levi (1998). Στην Ελλάδα, όπως και στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ, έχουν δημοσιευτεί πολλές μαρτυρίες των Εβραίων επιζώντων. Τις πολύτιμες προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης συγκέντρωσε η Έρικα Κούνιο-Αμαρίλιο και ο Αλμπέρτος Ναρ (2015).
Οι έλληνες λογοτέχνες του 19ου αιώνα χρησιμοποιούν συχνά πρόσωπα Εβραίων ακολουθώντας τη στερεοτυπική αναπαράσταση, όπως ο Στέφανος Ξένος και η Μαρία Μηχανίδου, αλλά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα οι Εβραίοι θα βρουν μια ευνοϊκή θέση στα ποιήματα του Καβάφη, του Παλαμά και του Σικελιανού. Μετά το Ολοκαύτωμα η θέση του Εβραίου στη λογοτεχνία θα αλλάξει και θα δώσει κείμενα που αναδεικνύουν νέους προβληματισμούς για τον άνθρωπο.