Μια πτυχή της σύνθετης και πανάρχαιας σχέσης της φιλοσοφίας με τη λογοτεχνία (ο Πλάτων, ως γνωστόν, εξορίζει με κριτήριο τον ορθό λόγο τη δραματική ποίηση από την Ιδανική Πολιτεία του· βλ. περισσότερα στο Νεχαμάς 2000) αφορά την αξιοποίηση φιλοσοφικών στοιχείων σε κείμενα που δημιουργήθηκαν με καλλιτεχνική πρόθεση και λειτουργούν ως λογοτεχνική έκφραση.
Οι παλαμικές «Πατρίδες» θα μπορούσαν ιδεολογικά να συσχετιστούν και με το όραμα της δημιουργίας ιδεώδους κράτους για το γένος των Ελλήνων, γεγονός φυσικό, εάν θυμηθούμε ότι ο Κωστής Παλαμάς υπήρξε από τους βασικούς συντελεστές της παγίωσης των μορφωμάτων της εθνικής ψυχής και της συνέχειας της ελληνικής φυλής μέσα στον ιστορικό χρόνο. Οι συχνές αναφορές στο αρχαιοελληνικό παρελθόν και η αυστηρή έμμετρη φόρμα του ιταλογενούς σονέτου συνδέουν, στο πλαίσιο των δώδεκα ποιημάτων, ποικίλους ελλαδικούς τόπους με τον παρνασσισμό.
Πατρίδες! Αέρας, γη, νερό, φωτιά! Στοιχεία αχάλαστα, και αρχή και τέλος των πλασμάτων, σα θα περάσω στη γαλήνη των μνημάτων, θα σας ξανάβρω, πρώτη και στερνή ευτυχία!
Αέρας μέσα μου ο λαός των ονειράτων στον αέρα θα πάει· θα πάει στην αιωνία φωτιά, φωτιά κι ο λογισμός μου, τη μανία των παθών μου θα πάρ’ η λύσσα των κυμάτων.
Το χωματόπλαστο κορμί χώμα και κείνο αέρας, γη, νερό, φωτιά θα ξαναγίνω, κι απ’ των ονείρων τον αέρα, κι απ’ την πύρα
του λογισμού, κι από τη σάρκα τη λιωμένη, κι απ’ των παθών τη θάλασσα πάντα θα βγαίνει ήχου πνοή, παράπονο, σαν από λύρα.
Εκ πρώτης όψεως, ο Παλαμάς παραπέμπει στα τέσσερα στοιχεία («ριζώματα») που συγκροτούν τις αρχές των πάντων κατά τον Εμπεδοκλή . Και η μετά τον Εμπεδοκλή αρχαιοελληνική σκέψη αξιοποίησε αρκετά την ιδέα των τεσσάρων στοιχείων από τα οποία γεννήθηκε το σώμα του κόσμου, με γνωστότερη ίσως σχετική αναφορά αυτήν του πλατωνικού Τίμαιου. Η εμπεδόκλεια πρόταση και η ομόλογη συμβολή του Αναξαγόρα ενδυνάμωσαν τον αντίπαλο λόγο στην «ακινησία» του παρμενίδειου «όντος», αλλά το άφθαρτο των συστατικών του κόσμου και η δημιουργική συνύπαρξη αρμονίας και σύγκρουσης, βασικοί άξονες του παλαμικού συνθέματος, έχουν την αφετηρία τους στον Ηράκλειτο, ο οποίος ως φιλόσοφος άκμασε στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα (η φιλοσοφική πρόταση του Εμπεδοκλή τοποθετείται ως γνωστόν στα μέσα του προαναφερθέντος αιώνα).
Η αναφορά στην «αιωνία φωτιά», πέρα από την ποιητική αξιοποίηση της φωτιάς ως στοιχείου που εκπροσωπεί τον νου («φωτιά κι ο λογισμός μου»), είναι ενδεικτική και της ηρακλείτειας επιρροής που ασκήθηκε στον Παλαμά (ενδεχόμενη είναι και η επιρροή από το «Τριαδικόν ευλογητάριον» της χριστιανορθόδοξης εξοδίου ακολουθίας: «φώτισον ημάς πίστει σοι λατρεύοντας, και του αιωνίου πυρός εξάρπασον»). Επιπλέον, οι ποιητικές αναγωγές, που προβάλλει και ο Παλαμάς (αέρας-όνειρα, φωτιά-λογισμός, νερό-πάθη, γη-κορμί), ανακαλούν και το ηρακλείτειο σχήμα για τον πόλεμο των στοιχείων, ο οποίος οδηγεί τη φθορά και την ανανέωση της ζωής σε αντιθετική αλλά και συνεχή συνύπαρξη. Στο κλείσιμο του σονέτου: η «λύρα» εκπροσωπεί την αρμονία αρχαιοελληνικής προέλευσης, που μορφοποιείται ως μουσική και ποιητική, αλλά στη ρίζα της είναι υπαρξιακή, στενά δεμένη με την ηρακλείτειας προέλευσης παλαμική εξίσωση λογισμού και φωτιάς.
Η πανανθρώπινη πατρίδα του Παλαμά υπερβαίνει τους γεωγραφικά σεσημασμένους τόπους των έντεκα προηγούμενων σονέτων, αντλεί στοιχεία από την προσωκρατική σκέψη, σε εμφανές επίπεδο από τον Εμπεδοκλή και σε επίπεδο βαθύτερου πυρήνα από τον Ηράκλειτο, και επιζητεί την ποιητική μουσικότητα της έλλογης αρμονίας (πρβλ. και τα δοκίμια ποιητικής του Κωστή Παλαμά «Στο γύρισμα της ρίμας» και «Μουσική και λογική στην ποίηση»· Παλαμάς IΒ΄ 304-309 & 464-479). Επιπλέον, παρότι είναι εμφανές ότι ο Παλαμάς προσπαθεί μέσω της ποίησης να εκφράσει φιλοσοφικά στοιχεία, αξιοποιεί δηλαδή τη λογοτεχνία και ως φιλοσοφία, εικάζουμε ότι ελκυόταν και από το γεγονός ότι ο Εμπεδοκλής (όπως και ο Παρμενίδης ακόμη ενωρίτερα (βλ. Θανασάς 1998), αλλά και άλλοι προσωκρατικοί φιλόσοφοι) εξέθετε τη φιλοσοφία του σε στίχους και ο Ηράκλειτος διαμέσου χρησμών με υψηλόβαθμο εσωτερικό ρυθμό. Απέδιδαν, με άλλα λόγια, τη φιλοσοφία ως λογοτεχνία, δεδομένου και του πρωταγωνιστικού ρόλου της ποιητικής έκφρασης ως γραμματειακού είδους στα αρχαιοελληνικά κοινωνικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα.