Η λογοτεχνική παραγωγή ως ειδικότερο πεδίο τού ιστορικά και κοινωνικά ενταγμένου καλλιτεχνικού φαινομένου έχει ρίζες αισθητικές: η παλιά κοινότοπη άποψη για τη λογοτεχνία, ότι «είναι σημαντικό το τί λέει ο συγγραφέας αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι το πώς το λέει», δεν έχει ιδιαίτερα αποδυναμωθεί ακόμη και στους «μεταμοντέρνους» καιρούς μας. Το λογοτεχνικό κείμενο, λοιπόν, πέραν της θεματικής και της πληροφοριακής σκευής του, που είναι δεσπόζουσες και δεν πρέπει να αποσιωπώνται ή να περιθωριοποιούνται, ενέχει δυνάμει τον μηχανισμό δημιουργίας συγκινησιακής δραστικότητας στους δέκτες: μπορεί να τους γοητεύσει, να τους κινητοποιήσει συναισθηματικά, ψυχικά και διανοητικά και να οξύνει την καλαισθησία και την ευαισθησία τους. Η απαίτηση των δημιουργών και για αισθητική διερεύνηση των κειμένων τους από τη λογοτεχνική κριτική υποδηλώνεται ή δηλώνεται εμφαντικά σε πάρα πολλά κείμενα, αλλά ταυτόχρονα στοιχειοθετείται και με απλό, συμπυκνωμένο τρόπο, όπως στην περίπτωση του Κ.Γ. Καρυωτάκη. Προσπαθώντας να αντικρούσει την αρνητική βιβλιοκρισία του Βασίλη Ρώτα για την ποιητική συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες (1927) που δημοσιεύθηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα (Φλεβάρης 1928), ο ποιητής από τις στήλες του ίδιου εντύπου (Μάρτης 1928) θέτει το ακόλουθο ερώτημα:
Και ο κ. Ρώτας, σε δυο ολόκληρες σελίδες, δε μας είπε ούτε το στοιχειωδέστερο: Είναι, δηλαδή, ή δεν είναι ποιήματα τα Ελεγεία και Σάτιρες;
Η εμφαντική υπόδειξη της διαπλοκής φιλοσοφικού λόγου και ποιητικής έκφρασης ως βιώματος απασχόλησε τον Jorge Luis Borges (1899-1986) με αφορμή την ανάγνωση του δοκιμίου (1965) του ουκρανοεβραϊκής καταγωγής αργεντινού φιλοσόφου León Dujovne (1898-1984) για τον εβραϊκής καταγωγής αυστριακό φιλόσοφο Martin Buber (1878-1965). Σημειώνει χαρακτηριστικά:
Θυμάμαι που διάβαζα, κάπου τριάντα χρόνια πριν, τα κείμενα του Martin Buber — τα θεωρούσα υπέροχα ποιήματα. Έπειτα, όταν πήγα στο Μπουένος Άιρες, διάβασα το βιβλίο ενός φίλου μου, του Dujovne, και ανακάλυψα στις σελίδες του, προς μεγάλη μου έκπληξη, ότι ο Martin Buber ήταν φιλόσοφος και πως όλη του η φιλοσοφία βρίσκεται στα βιβλία που εγώ είχα διαβάσει ως ποίηση. Ίσως είχα δεχτεί αυτά τα βιβλία γιατί ήρθαν σε μένα μέσω της ποίησης, μέσω της υποδήλωσης, της μουσικής των λέξεων και όχι ως επιχειρήματα.
Εφόσον, επομένως, η αισθητική συγκροτούσε και συγκροτεί μια βασική περιοχή της φιλοσοφίας, η αισθητική λειτουργία των λογοτεχνικών κειμένων δεν παύει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό να ωθεί σε συνύπαρξη τον κριτικό στοχασμό και την καλλιτεχνική έκφραση.
Ωστόσο, η διαπλεκόμενη ανέλιξη λογοτεχνικών και φιλοσοφικών έργων, καθώς και λογοτεχνημάτων με φιλοσοφικά ελαυνόμενες προσεγγίσεις, δεν περιορίζεται στο πρωτογενές πεδίο της αισθητικής λειτουργίας των κειμένων· εξειδικεύεται, αποκρυσταλλώνεται, επανατίθεται και μεταλλάσσεται. Βασικοί τομείς των σχέσεων φιλοσοφίας και λογοτεχνίας (πρβλ. Βιρβιδάκης 2005) περιγράφονται στο ακόλουθο διάγραμμα:
- Η φιλοσοφία ως λογοτεχνία: Ήδη από την αρχαιότητα εντοπίζονται φιλοσοφικά έργα με λογοτεχνική σκευή, όπως τα κείμενα προσωκρατικών φιλοσόφων σε στίχους (Παρμενίδης, Εμπεδοκλής) ή σε πεζό με εσωτερικό ρυθμό (Ηράκλειτος), καθώς και οι πολυσυζητημένοι πλατωνικοί διάλογοι. Τα παραδείγματα αφθονούν και στον 20ό αιώνα: μυθιστορήματα του Albert Camus (Ο Ξένος, 1942· Η Πανούκλα, 1947), η Ασκητική (1927) του Νίκου Καζαντζάκη (που είναι φιλοσοφικό δοκίμιο και όχι μυθοπλαστικό έργο, ρυθμικά δυναμικό, με φραστική μονάδα τον στίχο-εδάφιο ) κ.ά.
- Η λογοτεχνία ως φιλοσοφία: Εδώ υπάρχει εξαιρετικά μεγάλη ποσότητα υλικού, αφού ανιχνεύονται φιλοσοφικά στοιχεία και αναζητήσεις, που ενσωματώνονται σε λογοτεχνικά έργα.
- Η λογοτεχνική θεωρία: Η προσπάθεια της φιλοσοφίας να οροθετήσει το λογοτεχνικό φαινόμενο με εργαλείο την αφαιρετική σκέψη. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, προσεγγίζονται οι τεχνικές του εκπεφρασμένου λόγου, καθώς και ποικίλα εκφραστικά και ρυθμικά εργαλεία, που αλιεύονται από το πέλαγος του λογοτεχνικού υλικού και διερευνώνται θεωρητικά.
- Τα φιλοσοφικά προτάγματα της λογοτεχνικής κριτικής: Οι πολυάριθμοι επιθετικοί προσδιορισμοί αρκετών εκδοχών της λογοτεχνικής κριτικής (ιδεαλιστική κριτική, χριστιανική κριτική, μαρξιστική κριτική κλπ.) υποδεικνύουν ότι αυτή συχνά εκκινεί από αποκρυσταλλωμένες βιοθεωρητικές θέσεις και βάσει αυτών αξιολογεί τον θεματικό/ιδεολογικό ιστό και την τεχνοτροπική υφή των λογοτεχνικών έργων.
- Ηθική και λογοτεχνία: Η ηθική είναι η διανοητική αναζήτηση του δέοντος και η προσπάθεια πραγμάτωσής του. Η σχέση της με τη λογοτεχνία συνίσταται στο ακόλουθο θεμελιώδες ερώτημα: η ενασχόληση με την τέχνη (στον ειδικότερο χώρο μας με τη λογοτεχνία) συμβάλλει στην ηθικοποίηση των ανθρώπων ως προσωπικοτήτων;