Ο νεοελληνικός κανόνας μπαίνει σε μια νέα φάση με τη γενιά του ’30. Η «επινόηση της παράδοσης» (Μακρυγιάννης, Θεόφιλος), οι εκλεκτικές συγγένειες με ορισμένους συγγραφείς (π.χ. Κάλβος, Παπαδιαμάντης, Καβάφης) θα δημιουργήσουν την πρώτη ίσως συστηματική παγίωση του νεοελληνικού λογοτεχνικού κανόνα, στην οποία συμμετέχει τόσο η λογοτεχνική όσο και η κριτική-δοκιμιακή γραφή της γενιάς του ’30. Ξεχωριστή θέση κατέχει εδώ, η συνθετική απόπειρα του Κ.Θ. Δημαρά, με την ολοκλήρωση της Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας (1948). Με το έργο αυτό, ο Κ.Θ. Δημαράς αναδείχτηκε ο κατεξοχήν ιστορικός του 19ου αιώνα, ενώ παράλληλα, για πρώτη φορά, το λογοτεχνικό παρελθόν έμπαινε σε ένα πλαίσιο συμφραζομένων, γύρω από τη σχέση της λογοτεχνίας με τις ιδεολογίες και τις νοοτροπίες μιας εποχής.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος καθώς και ο ελληνικός εμφύλιος θα φέρει μια νέα προβληματοποίηση του λογοτεχνικού κανόνα, καθώς οι ιδεολογικές συγκρούσεις θα ευνοήσουν και τις επιλεκτικές αναγνώσεις του παρελθόντος. Ας σκεφτούμε τον Αληθινό Παλαμά (1945) του Νίκου Ζαχαριάδη, αλλά και την ευρύτερη σημασία του παλαμικού παραδείγματος στην «ποίηση της αντίστασης και της δοκιμασίας»· ας σκεφτούμε, επίσης, τη σταδιακή προσχώρηση των αριστερών ποιητών στο μοντερνιστικό πρότυπο και ας αναλογιστούμε τη δύσκολη ενσωμάτωση του Κ.Π. Καβάφη στον «αριστερό λογοτεχνικό κανόνα». Θα χρειαστεί η κεφαλαιώδης εργασία του Στρατή Τσίρκα (Ο Καβάφης και η εποχή του, 1958) για να μπει ο Καβάφης στο λογοτεχνικό σπίτι της Αριστεράς, ρίχνοντας τα τείχη των προκαταλήψεων που είχαν εγκλωβίσει την προηγούμενη κριτική σε μια μονοσήμαντη πρόσληψη του ηδονισμού του.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, η εδραίωση του κανόνα περνάει κυρίως μέσα από τους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Ευ. Παπανούτσου (1964) αλλά και η μεταπολιτευτική μεταρρύθμιση του Γ. Ράλλη (1976) θα τροφοδοτήσει τα σχολικά εγχειρίδια με νέο λογοτεχνικό υλικό, που θα υπαγορευτεί βέβαια και από την οριστική επικράτηση της δημοτικής ως επίσημου γλωσσικού οργάνου της εκπαίδευσης. Στα σχολικά εγχειρίδια αυτής της περιόδου συναντά κανείς σταδιακά συγγραφείς σχεδόν από όλο το φάσμα της ιστορικής διαδρομής της νεοελληνικής λογοτεχνίας, με εμφανή και ιδεολογικά εύγλωττη την απουσία της μεταπολεμικής γενιάς, καθώς το βαρύ φορτίο της διχασμένης μνήμης γύρω από τις δεκαετίες του ’40 και του ’50 εμπόδιζε τη συμπερίληψη των αριστερών συγγραφέων. Ο «σχολικός λογοτεχνικός κανόνας», άλλωστε, εφάπτεται, αλλά δεν συμπίπτει με τον λογοτεχνικό κανόνα που κατασκευάζεται από την κριτική και την Ιστορία. Ο πρώτος εξυπηρετεί την αυθεντία και τον διδακτισμό, ενώ ο δεύτερος είναι σαφώς πιο «ανοιχτός» σε αναθεωρήσεις.