Το λογοτεχνικό έργο, χάριν της μορφής και της γλώσσας του, είναι εγγενώς συμβολικό. Από όλες τις συμβολικές μορφές που εγκιβωτίζονται σε ένα λογοτεχνικό έργο αυτή που εδώ μας ενδιαφέρει είναι η μεταφορά.
Ανάμεσα στα μυστήρια του ανθρώπινου λόγου, η μεταφορά παρέμεινε ένα από τα πιο δισεπίλυτα.
Τα τελευταία χρόνια, η γνωσιακή γλωσσολογία έχει αναβαθμίσει τη μεταφορά από τρόπο έκφρασης σε τρόπο σκέψης προσδιορίζοντάς την με το επίθετο «εννοιολογική» (conceptual) (βλ. το λήμμα μεταφορά εδώ . Βλ. επίσης και Kövecses 2010). Η αναβάθμιση της μεταφοράς συνδυάζεται με αναβάθμιση της λογοτεχνίας —στην οποία συναντάται κυρίως η μεταφορά— από απλό αισθητικό γεγονός σε ένα σύμπαν με κανόνες λογικούς. Η λογοτεχνία μέσω της μεταφοράς διατηρεί έναν ισχυρό δεσμό με την πραγματικότητα, ταυτόχρονα ανακατασκευάζοντάς την. Όταν ο λογοτέχνης χρησιμοποιεί μια μεταφορά, κάνει ένα άλμα εκτός κειμένου και οργανώνει εκ νέου τον κόσμο, όμως με τρόπο αντισυμβατικό και ανοίκειο, λιγότερο μπανάλ, πιο εντυπωσιακό, πιο πειστικό, πιο ελκυστικό. Η λογοτεχνία έχει ως αφετηρία μεταφορές τετριμμένες, συνήθεις στο καθημερινό εννοιακό μας σύστημα, εύκολα ερμηνεύσιμες, τις οποίες εκμεταλλεύεται δημιουργικά, αλλά μπορεί επίσης να γεννήσει και μεταφορές των οποίων η θολότητα είναι ευθέως ανάλογη του νοηματικού τους πλούτου (η απόδοσή τους είναι πολλαπλή, υποκειμενική και εμπλαισιωμένη), καθώς είναι στενά συνδεδεμένες με μη-προτασιακές, υποβλητικές, εικονιστικές και συναισθηματικές πτυχές του νοήματος. Εξαιτίας αυτών ακριβώς των χαρακτηριστικών της μεταφοράς, καθίσταται αδύνατη η ύπαρξη ενός αντικειμενικού, παγκόσμιου συγκείμενου, πράγμα που βρίσκεται σε ευθεία αντιστοιχία με τη μετανεωτερική αποδοχή της «ανοικτότητας» του λογοτεχνικού κειμένου γενικότερα.
Με το εργαλείο της μεταφοράς η λογοτεχνία, ευρισκόμενη σε έναν χώρο εκτός συμβάσεων, εξαρτήσεων και περιορισμών, σε έναν χώρο ελευθερίας, ενίοτε αιφνιδιάζει, προσφέροντας μιαν αθέατη, ασυνήθιστη οπτική για τη φύση των ανθρώπων και των πραγμάτων. Διανοίγει έτσι νέα δίκτυα ανάγνωσης της εμπειρίας, φέρνοντας στο φως πολλαπλά νοήματα που ξεδιπλώνονται με βάση τον «ορίζοντα προσδοκιών» και την αυτοεικόνα του κάθε αναγνώστη.