Ο Νίκος Εγγονόπουλος, ζωγράφος και ποιητής, από τους λίγους έλληνες εκπροσώπους του ακραιφνούς υπερρεαλισμού, επηρεάστηκε από την υπερβατικότητα της βυζαντινής τέχνης και στις δύο εκφάνσεις της καλλιτεχνικής του φύσης. Ο Δημήτρης Βλαχοδήμος έχει αναδείξει την ανάγνωση των εκκλησιαστικών (μεταξύ άλλων) πηγών στην ποίηση και τη ζωγραφική του Εγγονόπουλου. Από τη μελέτη του, παραθέτω το απόσπασμα που αναδεικνύει το διακειμενικό τρίπτυχο που δομείται μεταξύ ποίησης, ζωγραφικής και παρελθοντικών έργων με βάση τον πίνακα Προφητάναξ Δαυίδ (1984, πηγή: paletaart3 – Χρώμα & Φως ):
[…] στην Ερμηνεία του Διονυσίου (σσ. 62, 78) περιγράφεται «ο Δαβίδ παιδίον βαστών κινύραν παίζει αυτήν», […] [ενώ] ο Δαβίδ απαντά δύο φορές στον Εγγονόπουλο: σε δύο στίχους από «Το ποίημα της Εσθήρ Μπεσσαλέλ»: «η άκρως δονούμενη / θεσπέσια άρπα του Δαυίδ!» (Κοιλάδα, σελ. 142) και στο πεζό «Το χορόδραμα» (Πεζά, σελ. 28): «… κι από τον χορευτή προφητάνακτα Δαυίδ ίσαμε…». […] μεταξύ των βιβλίων της βιβλιοθήκης του Εγγονόπουλου υπάρχει και το Αγνώστου Χίου ποιητή, Δαβίδ, ανεύρεση-κριτική έκδοση Θωμάς Παπαδόπουλος, ΕΣΝΠΓΠ, 1979 — πρόκειται για σοχλικό θρησκευτικό δράμα του 18ου αιώνα. Στην Τρίτη σκηνή του έργου ο Δαβίδ βρίσκεται στην εξοχή [: «όθεν εγώ στην οξοχή ήφυγα ν’ ανεσάνω, / ν’ αλαφρωθώ αφ’ τις πόνους μου, την πίκρα να λιγάνω» (στ. 283-284, σελ. 86] «με δυό Συβουλατόρους και δυό Τραγουδιστάδες».