Η ανάπτυξη των σπουδών για τις γυναίκες και τα φύλα από τη δεκαετία του ’80 και μετά, η ορατότητα και απήχηση των γυναικείων κινημάτων, καθώς και η αυξανόμενη κατανάλωση αναγνωσμάτων από τις γυναίκες, ήταν παράγοντες, οι οποίοι ενίσχυσαν το επιστημονικό ενδιαφέρον για την έμφυλη διάσταση της ανάγνωσης. Το 1993, σε ένα επιστημονικό συνέδριο στο Παρίσι ένας γάλλος κοινωνιολόγος υπέθετε ότι «το μέλλον των βιβλίων περνάει μέσα από το μέλλον των γυναικών». Σε όλες τις εθνικές έρευνες για τις αναγνωστικές πρακτικές, οι γυναίκες φαίνονται να διαβάζουν περισσότερο από τους άνδρες.
Από τη δεκαετία του ’80 και μετά, υπό την επίδραση των Γυναικείων Σπουδών στην Αμερική και στο πλαίσιο των ευρύτερων μελετών για τη λαϊκή κουλτούρα, ιδιαίτερη θέση κατέχει το έργο της Janice Radway (1991 & 1999), η οποία αναλύει την ανάγνωση ρομάντζων με βάση τους κυρίαρχους πολιτισμικούς κώδικες της πατριαρχίας, καθώς και τα νοήματα, τα οποία πραγματεύονται οι μεσοαστές μητέρες μιας μεσοδυτικής πολιτείας. Επιφορτισμένες με καθήκοντα φροντίδας, οι αμερικανίδες αναγνώστριες «διαφεύγουν» στον κόσμο των ρομάντζων και, για να δικαιολογήσουν την κατά τα άλλα υποβαθμισμένη πρακτική της ανάγνωσης τέτοιων εντύπων, επικαλούνται τη χρησιμότητά τους σε σχέση με τις πληροφορίες και τις γνώσεις, που μπορεί να αντλούν.
Η μελέτη της Elizabeth Long (2003) για τις γυναικείες ομάδες ανάγνωσης στο Τέξας, επισημαίνει τη συναινετική λειτουργία, εξηγεί τη διαπλοκή των αναγνωστικών επιλογών με τις ταυτότητες, οι οποίες αναπτύσσονται στο εσωτερικό των ομάδων, και δίνει έμφαση στην πραγμάτευση της εγκυρότητας του λογοτεχνικού κανόνα και των κυρίαρχων εκδοχών του γούστου. H ανάδυση του εαυτού και τα νοήματα, τα οποία τα μέλη επενδύουν στη συμμετοχή τους στις γυναικείες ομάδες ανάγνωσης, γίνονται αντικείμενο ανάλυσης και στην έρευνα της DeNel Rehberg Sedo (2004).
Η ανάγνωση ως διαφυγή από τον κόσμο των υποχρεώσεων και της καθημερινότητας αναλύεται ως χαρακτηριστικό των αναγνωστικών προτιμήσεων των γυναικών στη Γαλλία (Mauger, Poliak & Pudal 1999). Οι αναγνώστριες αντλούν την απόλαυση της διαφυγής από «εύπεπτα» αναγνώσματα, τα οποία ευνοούν την ταύτιση με γυναικεία πρότυπα και κυρίαρχες κοινωνικές δομές. Η χαμηλή κοινωνικο-οικονομική προέλευση των αναγνωστριών (και η τοποθέτησή τους στη θέση των κυριαρχούμενων) εξηγεί την προτίμησή τους για τα συναισθηματικά αναγνώσματα και την προώθηση της κονφορμιστικής ηθικής.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, όπου γενικεύθηκε η πρόσβαση των γυναικών στην ανάγνωση, δεν σταμάτησε να επισημαίνεται η ανάγκη για έλεγχο των προτιμήσεών τους και του χρόνου, τον οποίο αφιέρωναν. Στις μέρες μας, η κατανάλωση ροζ μυθιστορημάτων ή ρομάντζων από μεγάλο αριθμό γυναικών, συνεχίζει να γίνεται στόχος και να στιγματίζεται τόσο από κοινωνική όσο και από αισθητική άποψη.