Στο Βυζάντιο φαίνεται να κυριαρχεί η εντύπωση ότι η ενδεδειγμένη συμπεριφορά και οι επιταγές της περιέχονται στα κείμενα των βιβλίων. Η εκμάθηση της γραφής προηγείτο της εκμάθησης της ανάγνωσης και βασιζόταν συνήθως στις Γραφές. Η δυνατόφωνη (μεγαλόφωνη) ανάγνωση επικρατεί και διαμεσολαβείται από τη φωνή. Οι ομαδικές αναγνώσεις απευθύνονταν σε λιγότερο ή περισσότερο ευρύ ακροατήριο, αφορούσαν την παρουσίαση ενός έργου σε μια ομάδα λογίων και εποπτεύονταν από καλλιεργημένες αρχόντισσες αυτοκρατορικής τάξης. Απαντούν, επίσης, συναθροίσεις λογίων, οι οποίοι λειτουργούσαν με αφορμή την αντιγραφή ως διαδικασία ιδιοποίησης των κειμένων. Οι δημόσιες αναγνώσεις γίνονταν, επίσης, σε θρησκευτικές τελετές και τελετουργίες με κοινό, το οποίο προερχόταν από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και με διαφορετικές πνευματικές ικανότητες. Σε όλες τις προαναφερθείσες ευκαιρίες κυριαρχεί η πρόθεση για επιστασία στην ιδιοποίηση των κειμένων και, ειδικά στην περίπτωση του Βυζαντίου, η ανάγνωση ορίζεται ως προς τα οφέλη, τα οποία μπορεί να αποφέρει. Η εντατικότητα είναι το αποτελεσματικό πλαίσιο για την εξαγωγή (ηθικού και πνευματικού) κέρδους, ικανού να δικαιολογεί την πρακτική (Cavallo 2008).