Η έννοια «σχολικός λογοτεχνικός κανόνας» είναι εν πολλοίς επινοημένη από τους έλληνες ειδικούς που ασχολούνται με τη λογοτεχνία και τη διδασκαλία της, καθώς και με το κοινωνικό πλαίσιο και τους θεσμούς της. Με τον όρο αναφερόμαστε στο υπο-σύνολο του λογοτεχνικού κανόνα κάθε χώρας (που είναι εθνικός) και δευτερευόντως στον παγκόσμιο κανόνα (καθώς τα κείμενα που εξετάζονται σε μετάφραση είναι ελάχιστα), σε κείμενα δηλαδή που επιλέγονται να διδαχθούν στο σχολείο και ανθολογούνται στα εγκεκριμένα από το Υπουργείο Παιδείας ανθολόγια. Και ενώ στη δημιουργία του λογοτεχνικού κανόνα συμμετέχουν θεσμοί όπως κριτικοί της λογοτεχνίας, λογοτεχνικές στήλες εφημερίδων και λογοτεχνικά περιοδικά, τα λογοτεχνικά βραβεία κ.ά., στη δημιουργία του σχολικού λογοτεχνικού κανόνα λαμβάνεται υπόψη και καθορίζει αποφασιστικά την έκβασή του ο θεσμός του σχολείου (σχεδιαστές προγραμμάτων, ανθολόγοι).
Είναι σαφές πως για την κατανόηση του όρου πρέπει να αναφερθούμε σε δύο παράγοντες: α) στο συγκεντρωτικό ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, χωρίς το οποίο δεν θα μιλούσαμε για τον όρο με τον ίδιο τρόπο και β) στη διδασκαλία της ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας που είναι βεβαίως εθνική.