Το χρώμα

Baudelaire Charles

Το κείμενο του Baudelaire για το χρώμα μιμείται ως προς τη ροϊκότητά του τον ιμπρεσσιονιστικό πίνακα, ενώ επανερχόμενες είναι στο σώμα του δοκιμίου οι αναφορές στην παραλληλία λογοτεχνίας (ποίησης) και ζωγραφικής.

Ας φανταστούμε μια ωραία φυσική έκταση όπου το σύμπαν πρασινίζει, κοκκινίζει, κονιοποιείται και γυαλοκοπάει με απόλυτη ελευθερία, όπου όλα τα πράγματα, διαφορετικά χρωματισμένα σύμφωνα με τη μοριακή τους σύνθεση, μεταβαλλόμενα κάθε δευτερόλεπτο από τη μετατόπιση της σκιάς και του φωτός και δονούμενα από την εσωτερική διεργασία της θερμότητας, βρίσκονται σε αδιάκοπη παλμική δόνηση, η οποία κάνει να τρέμουν οι γραμμές και συμπληρώνει το νόμο της αιώνιας και παγκόσμιας κίνησης. — Ένα άπειρο, κάποτε γαλάζιο και συχνά πράσινο, απλώνεται ώς τα όρια του ουρανού: είναι η θάλασσα. Τα δέντρα είναι πράσινα, τα χορτάρια πράσινα, τα βρύα πράσινα· το πράσινο αναρριχάται στους κορμούς, τα νεαρά κλαριά είναι πράσινα· το πράσινο είναι το βασικό χρώμα στη φύση, γιατί το πράσινο παντρεύεται εύκολα με όλους τους άλλους τόνους. Αυτό που με εντυπωσιάζει κατ’ αρχάς είναι ότι παντού —παπαρούνες μέσα στα χορτάρια, μηκωνοειδή, ανεμώνες κ.τ.λ.— το κόκκινο τραγουδάει τη δόξα του πράσινου· το μαύρο —όταν αυτό υπάρχει— είναι ένα μηδέν μοναχικό κι ασήμαντο που έρχεται σε επικουρία του μπλε και του κόκκινου. Το μπλε, δηλαδή ο ουρανός, διακόπτεται από ανάλαφρες λευκές τολύπες ή γκρίζες μάζες που διανθίζουν επιτυχώς τη βλοσυρή του κατήφεια· και, καθώς η άχνα της εποχής —χειμώνας ή καλοκαίρι— περιβρέχει, γλυκαίνει ή εξαφανίζει τα περιγράμματα, η φύση μοιάζει με σβούρα που στο ολοένα και πιο γρήγορο στριφογύρισμά της μας φαίνεται γκρίζα, αν και περιέχει όλα τα χρώματα.

[…]

Βρίσκουμε μέσα στο χρώμα την αρμονία, τη μελωδία και την αντίστιξη.

[…]

Η αρμονία είναι η βάση της θεωρίας του χρώματος.

Η μελωδία είναι η ενότητα μέσα στο χρώμα, ή το γενικό χρώμα.

Η μελωδία ζητά μια ολοκλήρωση: είναι ένα σύνολο όπου όλες οι εντυπώσεις συντελούν σε μια γενική εντύπωση.

Μ’ αυτό τον τρόπο, η μελωδία αφήνει στο πνεύμα μια βαθιά ανάμνηση.

Από τους περισσότερους νέους μας κολορίστες λείπει η μελωδία.

Ένας καλός τρόπος για να αντιληφθούμε αν ένας πίνακας είναι μελωδικός, είναι να τον κοιτάξουμε από μιαν απόσταση όπου δεν καταλαβαίνουμε ούτε το θέμα, ούτε τις γραμμές. Αν είναι μελωδικός, έχει ήδη ένα νόημα και έχει ήδη πάρει τη θέση του στον κατάλογο των αναμνήσεων.

Το ύφος και το αίσθημα στο χρώμα προκύπτουν από την επιλογή, και η επιλογή προκύπτει από την ιδιοσυγκρασία.

Υπάρχουν τόνοι χαρούμενοι και παιχνιδιάρικοι, παιχνιδιάρικοι και θλιμμένοι, πλούσιοι και χαρούμενοι, πλούσιοι και θλιμμένοι, κοινοί και πρωτότυποι.

Έτσι, το χρώμα του Βερονέζε είναι ήρεμο και χαρούμενο. Το χρώμα του Ντελακρουά είναι συχνά λυπητερό, και το χρώμα του κυρίου Κατλέν συχνά τρομερό.

Charles Baudelaire, Αισθητικά Δοκίμια, μτφρ.-πρόλ. Μαρία Ρέγκου, Printa, Αθήνα 22005, σ. 31-32, 33 & 35.