Το μυθιστότημα του Thomas Mann Δόκτωρ Φάουστους. Ο βίος του γερμανού συνθέτη Άντριαν Λέβερκυν ιστορημένος από έναν φίλο (Doktor Faustus. Das Leben des deutschen Tonsetzers Adrian Leverkühn, erzählt von einem Freunde) γράφτηκε μεταξύ 1943 και 1947 και συνιστά μια ακόμα εκδοχή του μύθου του Φάουστ. Εδώ ο ήρωας είναι ένας ταλαντούχος μουσικός, η μοίρα του οποίου συνδέεται στο αφήγημα με τη μοίρα του γερμανικού λαού, και αυτό ενώ ο διάβολος εμφανίζεται με πολλαπλά προσωπεία.
«Έτσι, ο Πονηρός κράτησε πιστά τον λόγο του επί εικοσιτέσσερα χρόνια, κι όλα είναι έτοιμα ώς τις παραμικρότερες λεπτομέρειές τους, μέσα στον φόνο και στην ασέλγεια, κ’ ίσως να δώση η θεία Χάρις νά ’ναι καλό αυτό που δημιουργήθηκε μέσα στο Κακό, δεν ξέρω. Ίσως, επίσης, να είδε ο Θεός πως γύρεψα το δύσκολο και πως δε φείσθηκα των κόπων μου, ίσως, ίσως, και να μου το πιστώση αυτό, λαβαίνοντας υπ’ όψει του, πως δούλεψα με πολλή επιμέλεια και πως τα ετοίμασα όλα καρτερικά, — δε μπορώ να το πω, και δεν έχω κουράγιο να το ελπίσω. Το αμάρτημά μου είναι πάρα πολύ μεγάλο για να μου συγχωρεθή, και το έσπρωξα ώς τα άκρα, γιατί το κεφάλι μου θεώρησε, πως μια συντετριμμένη απιστία στην δυνατότητα της Χάριτος και της συγγνώμης ήταν, ίσως, ό,τι υπάρχει πιο αγαπητό για την αιώνια καλωσύνη, μ’ όλο που καταλαβαίνω, παρ’ όλ’ αυτά, πως ο ασεβής υπολογισμός μου κάνει το έλεος του Θεού απολύτως αδύνατο. Πατώντας, όμως, απάνω σ’ αυτό, πήγα ακόμη μακρύτερα στις θεωρίες μου κ’ υπολόγισα πως η τελευταία τούτη διαστροφή θα έπρεπε νά ’ναι το καλύτερο αγκίστρι για την Καλωσύνη, ώστε να την παρακινήσει να επιμαρτυρήση τον αιώνιο χαρακτήρα της. Κ’ έτσι παραδόθηκα σ’ ένα άτιμο στοίχημα με την Υπέρτατη Καλωσύνη, για να μάθω αν αυτή η θεωρία μου είναι η πιο ακαταμέτρητη, — το βλέπετε, λοιπόν, είμαι καταδικασμένος και δεν υπάρχει καθόλου έλεος για μένα, γιατί το κατέστρεψα εκ των προτέρων με τους υπολογισμούς μου και τις θεωρίες μου.
«Καθώς, όμως, τώρα πια τέλειωσε ο καιρός, που είχα αγοράσει, άλλοτε, πληρώνοντάς τον με την ψυχή μου, σας κάλεσα κοντά μου πριν από το τέλος μου, ευνοϊκοί κι αγαπητοί αδελφοί κι αδελφές, μη θέλοντας να σας κρύψω τον πνευματικό μου θάνατο. Σας παρακαλώ, λοιπόν, ας με σκέφτεστε με καλωσύνη, και να χαιρετήσετε αδελφικά, από μέρους μου, και τους άλλους που, τυχόν, ξέχασα να προσκαλέσω, κι ας μη μου κρατούν κακία για τίποτα. Αφού σας τα είπα και σας τα γνωστοποίησα όλα τούτα, θέλω, αποχαιρετώντας σας, να σας παίξω κάτι απ’ αυτό που μου δόθηκε ν’ ακούσω από το χαριτωμένο όργανο του Σατανά, και που, εν μέρει, μου το τραγούδησαν τα διαβολικά μικρά».
Thomas Mann, Δόκτωρ Φάουστους. Ο βίος του γερμανού συνθέτη Άντριαν Λέβερκυν ιστορημένος από έναν φίλο, μτφρ. Άρης Δικταίος, Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 1992, σ. 579.