Η ερωμένη της

Ρωζέττη Ντόρα

Τα επιλεγμένα αποσπάσματα από το μυθιστόρημα αυτό δίνουν μια εικόνα του πώς η ηρωίδα βιώνει τον λεσβιακό έρωτα ενάντια στις συμβάσεις που ο περίγυρός της επιχειρεί να της επιβάλει και το πώς η ίδια επιχειρεί να υπερασπιστεί τη δική της σεξουαλική ταυτότητα και την προσωπικότητα της φίλης της ενάντια στις περιγραφές του κύκλου των γνωστών της. Αξίζει να παρατηρήσει κανείς επίσης κι εδώ, όπως και στον Καβάφη, την αντιστροφή των καθιερωμένων αξιολογήσεων, που επιχειρείται, με την υπεράσπιση τόσο της γυναίκας έναντι του άντρα όσο και του λεσβιακού έρωτα έναντι οποιασδήποτε άλλης μορφής έρωτα.

Η αλλιώτικη αυτή τρικυμία, τ’ ανικανοποίητο και απροσδιόριστο είναι που µε κάνει να νιώθω ανώτερο τον έρωτά µας. Πόσο πολύ πρέπει να εξυψωθεί µια γυναίκα για να νιώσει πλέρια µιαν άλλη και να την αγαπήσει µε τέτοιο πάθος!... Και γι’ αυτό είµαι τόσο ευτυχισμένη και δεν αλλάζω την ευτυχία µου µε τίποτ’ άλλο στον κόσµο. Κανένας άντρας δε θα µπορέσει να νιώσει και να εκτιµήσει τις ομορφιές που κρύβει η πιο ελάχιστη λεπτομέρεια του κορµιού σου. Κανείς ποτέ δε θα ’ρθει τόσο σιµά στην ασάλευτη και ανεκδήλωτη ψυχή σου. Πλέουµε και οι δυο µας µέσα σε µια τόσο άγνωστη ευτυχία. Είµαι στ’ αληθινά περήφανη για τη γυναικεία υπόσταση και ψυχοσύνθεσή µου. Είµαι περήφανη γιατί µόνο η γυναίκα ξέρει και µπορεί ν’ αγαπά…

[…]

Είµαι αποφασισμένη να τα θυσιάσω όλα. Περιφρονώ και φίλες και φίλους και γνωστούς. Αδιαφορώ για όλο τον κόσµο. Πολλοί το ’χουν µισοκαταλάβει και αρχίζει να γίνεται σούσουρο γύρω. Πολλοί θέλουν να µ’ απομακρύνουν απ’ τη Λίζα, γεµίζοντάς µου το κεφάλι για την ύποπτη ζωή της. Ώρες µου την παριστάνουν τόσο πρόστυχη και ποταπή, που φρίττω! Μα διαρκώς αμφιβάλλω, και σαν βρεθώ κοντά της, καταντώ να µην πιστέψω και να µισήσω ακόµα το πιο αξιόπιστο πρόσωπο!

[…]

Απομακρυνθήκαμε σχεδόν τελείως απ’ τη φιλική µας «Λέσχη», απ’ τον κύκλο των γνωστών µας. Ίσως αυτοί κρύωσαν µε µας… γιατί θα ’φτασαν σίγουρα ως τ’ αυτιά τους οι ύποπτες σχέσεις µας. Ζω σε µια αοριστία σχετικά µε τους φίλους µου ως τα τώρα. Κι αρχίσαµε µ’ άλλες παρέες. Και παρουσιάζονται φίλοι νέοι, αφοσιωμένοι, έτοιµοι να θυσιαστούν για την ευτυχία µου. Άνθρωποι µε λεύτερη ψυχή, που περιφρονούν τους γελοίους δεσµούς της Κοινωνίας, άνθρωποι του κρασιού, του αιθέρα, της κοκαΐνης… άνθρωποι που θυσιάζουν τη ζωή τους για µια στιγμιαία απόλαψη, που χαρίζει την ονειρεμένη ευτυχία… άντρες που νιώθουνε δικούς τους έρωτες, µες στους οµοφύλους τους και στους οποίους έγινε δεχτό και το δικό µας ζευγάρι. Ζω σε µιαν ατμόσφαιρα που θα µπορούσε να επιδράσει καταστρεπτικά σε µένα µέσα στις αρρωστημένες αυτές υπάρξεις, αν δεν ήξερα τη δύναµη που βασιλεύει µέσα µου. Κι αυτή η δύναµη είναι και ο ιερός και απώτερος σκοπός της ζωής µου… ο έρωτάς µου!... Ο αγώνας που έχω ν’ αγωνιστώ για τη στερέωσή του. Κι ύστερα η ευτυχία της αγαπημένης µου.

[…]

[Η Πόπη λέει:] Συ ήσουν κορίτσι δικό µας, του κύκλου µας, µα σε χάσαµε. Ο φεμινισμός κι ο αγώνας της γυναίκας και η εξύψωσή της στο πνευματικό επίπεδο, σε τι στρεβλωμένο επίπεδο σ’ έφεραν, για το Θεό! Πρέπει ν’ αφήσεις τον ανισόρροπο αυτό δρόµο που πήρες, ν’ ακολουθήσεις τη φύση.

— Η Φύση και οι νόµοι της! Ψεύτικα όλα… Πόπη µου… Ψεύτικα κι ηλίθια… και Φύση είναι και ο θάνατος ακόµα!... Μα δεν τον ακολουθούµε κιόλας… θα ’ρθει αυτός µόνος να µας βρει. […]

— Να ’ταν τουλάχιστον καµιά που να σε καταλάβαινε… Μα αυτή παίζει µαζί σου, πίσω σου σε κοροϊδεύει…

— ∆εν ξέρω. Όµως πάντα δυο γυναίκες µπορούν να νιώσουν καλύτερα η µια την άλλη. Κι ακριβώς χάρη σ’ αυτή τη στρεβλωµένη αγάπη, όπως τη λες, κατόρθωσα να εχτιµήσω τις οµόφυλές µου, να τις νιώσω και να τις αγαπήσω, ακούς; Είναι δύσκολο µια γυναίκα ν’ αγαπήσει µιαν άλλη… Μ’ ακούς, Πόπη… Όµως αµ’ αγαπήσει… Η γυναίκα έχει µια λεπτή κι ευγενικιά ψυχή και µόνο σαν έχει µια όµοιά της µπορεί να εξυψωθεί… Η γυναίκα, σαν βρεθεί κάτω απ’ το πέλµα του άντρα, το ζυγό της, χάνεται, σβήνει, γίνεται ένα τίποτε… Κι ό,τι είχε να εκδηλώσει µέσα της, σβήνει, εξαφανίζεται, πνίγεται στο άγνωστο… Ή… ξαναφυτρώνει, ξαναεµφανίζεται στο παιδί που θα βάλει αργότερα στον κόσµο και που θα ’ναι άντρας πάλι. Είναι κάτι που θυσιάζεται ολόκληρο η γυναίκα και τίποτε δεν αποµένει από δαύτην! Ολοκαύτωµα!...

[…]

Ο Ντίνος, απελπισμένος πια απ’ τη Λέλα, ρίχτηκε στους ομοφυλόφιλους έρωτες κι αυτός. Μου διαβάζει τα ποιήματα του Αλεξαντρινού ποιητή Καβάφη… Μου λέει πολλά όµορφα απ’ την αρχαιότητα… Βέβαια… οι αρχαίοι κι αυτοί δε θα είχαν αρρωστημένες ιδέες για να βρίσκουν την ευτυχία και την ηδονή στον οµόφυλό τους… Κι ύστερα µιλάµε για τη Σαπφώ κι όλη τη λεσβιακή ανθολογία, που την κατατρώγω κυριολεκτικά. Ο Ντίνος µ’ ακούει προσεχτικά και άλλοτε πονεμένα… και πάντα βρίσκει να µε μακαρίζει για την ευτυχία µου… Γιατί κείνος νιώθει τώρα τόσο κενό τον εαυτό του χωρίς αγάπες κι αγωνίες!…. […] Μια µέρα µου είπε: «Έχεις δίκιο Ντόρα. Η γυναίκα ξέρει µόνο ν’ αγαπά… η γυναίκα ν’ αγαπιέται… Ένα λοιπόν ζευγάρι από δυο γυναίκες που αγαπιούνται είναι κάτι το τέλειο… Ένας άντρας και µια γυναίκα είναι ατελές. Όσο δα για δυο άντρες… είναι βλακώδες!». Τον κοιτώ παράδοξα. Απορώ που αντιφάσκει µε τα προηγούμενα. Ύστερα τον δικαιολογώ.

[…]

Και κείνη την ιερή ώρα, μέσα στ’ αληθινά ουράνιο σµίξιµο των κορµιών µας (γιατί ήµασταν τόσο σφιχτά αγκαλιασμένες), νιώσαµε ένα μεγάλο ευγνωμοσύνης αίσθηµα στην πλάση γύρω. Κι άθελά µας κι οι δυο προσκυνήσαµε την πλάση και της ψιθυρίσαµε έναν ευγνώµονα ύµνο… έναν ύµνο ευχαριστίας, ικανοποίησης και ευτυχίας για τη γυναικεία µας υπόσταση. Ύστερα µια φωνή φώναξε µέσα µου: Σοφοί του κόσµου, ηθικολόγοι, ελάτε να µε πείσετε πως δεν είναι έρωτας η οµοφυλόφιλη αυτή εκδήλωση, δεν είναι αγαλλίαση, φρενίτιδα, ευτυχία!...

Ντόρα Ρωζέττη, Η ερωμένη της, επιμ. Χριστίνα Ντουνιά, Μεταίχμιο, Αθήνα 2005, σ. 40-41, 73, 96-97, 119-120, 121-122 & 179 (α΄ έκδ. 1929).