Μύθος: παράδοση και μοντερνισμός

Σικελιανός Άγγελος, Καβάφης Κ.Π.

Τη διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή και τη μοντερνιστική χρήση του μύθου μπορούμε να την κατανοήσουμε, αν παραβάλουμε τα ανθολογούμενα ποιήματα των Άγγελου Σικελιανού και Κ.Π. Καβάφη. Για τη σύγκριση ανάμεσα στην παραδοσιακή και τη μοντερνιστική χρήση του μύθου προτείνεται και η παράλληλη ανάγνωση των ποιημάτων: «Το τραγούδι των Αργοναυτών» του Άγγελου Σικελιανού, «Δ΄ Αργοναύτες» του Γιώργου Σεφέρη, και «Απ’ την Αργοναυτική εκστρατεία» του Γιάννη Ρίτσου.

Τ’ άλογα του Αχιλλέα

Ω ασφοδελώνα· δίπλα σου δυο εχλιμιντρίσαν άλογα και διάβηκαν τρεχάτα… Σαν κύμα έλαμπ’ η ράχη τους· από το πέλαο βήκανε, τον έρμο άμμο εσκίσανε, με ορτούς λαιμούς, τετράψηλα, με άσπρους αφρούς, βαρβάτα… Στα μάτια τους κουφόκαιγε μιαν αστραψιά· και βύθισαν πάλι στο κύμα, κύματα, αφρός στου πέλαου τον αφρό, και χάθηκαν. Και γνώρισα τ’ άτια, που το ’να ανθρώπινη φωνήν επήρε μάντισσα. Τα ηνία εκράτει ο ήρωας· χτύπησε, ετράβηξε μπροστά τα θεοτικά του νιάτα…

Άτια ιερά, ακατάλυτα σας κράτησεν η μοίρα, στα μέτωπα τα ολόμαυρα δένοντας, για τα βέβηλα τα μάτια, μιαν ολόλευκη μεγάλη αβασκαντήρα!

Άγγελος Σικελιανός, Λυρικός Βίος, τόμ. Α΄, επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, Ίκαρος, Αθήνα 1965, σ. 153-154.

 


Τα Άλογα του Αχιλλέως

Τον Πάτροκλο σαν είδαν σκοτωμένο, που ήταν τόσο ανδρείος, και δυνατός, και νέος, άρχισαν τ’ άλογα να κλαίνε του Αχιλλέως· η φύσις των η αθάνατη αγανακτούσε για του θανάτου αυτό το έργον που θωρούσε. Τίναζαν τα κεφάλια των και τες μακριές χαίτες κουνούσαν, την γη χτυπούσαν με τα πόδια, και θρηνούσαν τον Πάτροκλο που ενιώθανε άψυχο —αφανισμένο— μια σάρκα τώρα ποταπή —το πνεύμα του χαμένο— ανυπεράσπιστο —χωρίς πνοή— εις το μεγάλο Τίποτε επιστραμμένο απ’ την ζωή.

Τα δάκρυα είδε ο Ζευς των αθανάτων αλόγων και λυπήθη. «Στου Πηλέως τον γάμο» είπε «δεν έπρεπ’ έτσι άσκεπτα να κάμω· καλύτερα να μην σας δίναμε, άλογά μου δυστυχισμένα! Τί γυρεύατ’ εκεί χάμου στην άθλια ανθρωπότητα που είναι το παίγνιον της μοίρας. Σεις που ουδέ ο θάνατος φυλάγει, ουδέ το γήρας πρόσκαιρες συμφορές σάς τυραννούν. Στα βάσανά των σας έμπλεξαν οι άνθρωποι.» — Όμως τα δάκρυά των για του θανάτου την παντοτινή την συμφοράν εχύνανε τα δυο τα ζώα τα ευγενή.

[1897]

Αναδημοσιεύεται από την Ανεμόσκαλα .