Κατώτερες φυλές και γιατροί Ναζί

Viallard Alain

Η απόλυτη απανθρωπία των Ναζί ευαισθητοποίησε τους λογοτέχνες διότι, μεταξύ άλλων, έθεσαν στην υπηρεσία της ιδεολογίας τους και τη μοντέρνα ιατρική. Ο γιατρός ήταν από την αρχαιότητα ένας συνάδελφος του συγγραφέα. Μήπως ο Σοφοκλής δεν είχε γνώσεις ιατρικής τέχνης, όπως γίνεται εμφανές στον Φιλοκτήτη; Στη λογοτεχνία της μαρτυρίας το θέμα των πειραμάτων των Ναζί, και κυρίως των πειραμάτων στείρωσης, είναι μια τραγική σελίδα, όπως στο βιβλίο της Μπέρρυ Ναχμία, Κραυγή για το αύριο. Τί ήσαν όμως αυτά τα πειράματα;

[…] Οι εφαρμογές της ευγονικής είχαν, περί την Ναζιστική εποχή, περιοριστεί στη στείρωση, που υπήρξε άλλωστε και το πρώτο σχήμα «επιλογής» που εφάρμοσαν οι Ναζί. Η σκέψη διά της βίας στείρωσης δεν αποδοκιμάσθηκε και πολύ εκείνη την εποχή. Διαβάζουμε στη χαρακτηριστική αφίσα του 1938: «60.000 μάρκα είναι το ποσό που κοστίζει στην λαϊκή κοινότητα, στη διάρκεια της ζωής του, αυτό το άτομο που πάσχει από κληρονομική μειονεξία. Αγαπητέ συμπολίτη αυτά είναι και δικά σου χρήματα.

Όταν ο Χίτλερ ανέβαινε στην εξουσία στην Γερμανία, 25 χώρες της Ομοσπονδίας είχαν ψηφίσει το νόμο που επέτρεπε την υποχρεωτική στείρωση ενός ορισμένου αριθμού ατόμων (εγκληματιών, κατόχων ελαττωμάτων υποτίθεται γενετικών κτλ.) και, σε ορισμένα κράτη απαγορευόταν ο γάμος σε εκείνους που είχαν ορισμένες αρρώστιες, όπως επιληψία. Επομένως η «θεραπεία των γονιδίων» μπόρεσε να αρχίσει χωρίς η παραμικρή αντίθεση να εκδηλωθεί, εάν αφαιρέσει κανείς τη στάση της καθολικής εκκλησίας, η οποία περιορίστηκε να απαιτήσει, οι γιατροί αυτής της θρησκείας να μπορούν να προφασιστούν την πίστη τους για ν’ απαλλαγούν απ’ τη συμμετοχή τους σ’ αυτό το πρόγραμμα. […] Απ’ τις 14 Ιουλίου του 1933 ο νόμος της γενετικής υγείας, πρώτη εφαρμογή των βιο-ιατρικών αντιλήψεων του καθεστώτος, νομιμοποίησε την υποχρεωτική στείρωση, υπό τον έλεγχο των «δικαστηρίων γενετικής υγείας», που απαρτίζονταν από ένα γιατρό, ένα δικαστή και έναν υγειονομικό υπάλληλο.

Τα σχέδια που έγιναν για ν’ απομακρυνθεί η απειλή του «θανάτου του γερμανικού λαού» προέβλεπαν τη στείρωση 400.000 περίπου «γενετικών αρρώστων», μεταξύ των οποίων και σχιζοφρενών. Ακόμα, κάθε ναζιστής επιστήμονας πίστευε ότι, εάν θέλει κανείς πραγματικά να εκκαθαρίσει αποτελεσματικά τη γερμανική φυλή, θα έπρεπε να προχωρήσει στη στείρωση του 20% του γερμανικού πληθυσμού, δηλ. 12 εκατομμύρια ανθρώπους. Υπό την επικράτηση της μεθοδικά οργανωμένης από τους Ναζί γραφειοκρατίας, το πρόγραμμα στείρωσης πήρε μια έκταση πρωτοφανή. Εκτιμάται ότι ο αριθμός των Γερμανών που πράγματι στειρώθηκαν κυμαίνεται στις 200-300.000 άτομα. Αλλά εάν αυτός ο αριθμός δεν είναι υψηλότερος οφείλεται μόνο στο ότι οι στειρώσεις αντικαταστάθηκαν κατόπιν από μια διαδικασία ακόμα πιο δραστική. Τα κυριότερα θύματα υπήρξαν, εκτός από εκείνους που είχαν γενετικές οργανικές ανωμαλίες, οι ψυχασθενείς. Αλλά ήδη η στείρωση αντιμετωπιζόταν σαν μία από τις πιθανές λύσεις στο Εβραϊκό ζήτημα.

Πριν από την εφαρμογή της «τελικής λύσης», οι προτεινόμενες λύσεις κυμάνθηκαν μεταξύ της εξορίας των Εβραίων από το γερμανικό έδαφος με την ατομική ή μαζική μετανάστευση (σχέδια που απέβλεπαν στη διευκόλυνση της μετανάστευσης στην Παλαιστίνη, το σχέδιο «Μαδαγασκάρη», που απέβλεπε στη δημιουργία ενός Εβραϊκού κράτους στο νησί της Μαδαγασκάρης, είτε με σύμφωνη γνώμη της Γαλλίας είτε αφού την απογυμνώναν από τις αποικίες) και την στείρωση. Στις αρχές του 1941 και ενώ η ιδέα της γενοκτονίας είχε ήδη πάρει σάρκα και οστά, ένα σχέδιο μαζικής στείρωσης είχε στα γρήγορα αρχίσει να αντιμετωπίζεται. Η ιδέα φαίνεται ότι υποβλήθηκε από τον Victor Brack διευθυντή του τομέα ΙΙ του προγράμματος ευθανασίας των ενηλίκων ψυχασθενών, κατά τη διάρκεια αλληλογραφίας με τον Himmler στην οποία πρότεινε τη χρήση μηχανημάτων ακτινοθεραπείας τα οποία, στους διοικητικούς χώρους, θα έστελναν ακτινοβολία στα ωάρια των γυναικών ενώ εκείνες θα συμπλήρωναν αιτήσεις στο γκισέ. […]

Αlain Viallard, «Ψυχίατροι στην περίοδο του Ναζισμού», μτφρ. Ανθή Πελένη. Αποσπάσματα από άρθρο δημοσιεύτηκαν στην περιοδική έκδοση της Επιστημονικής Ένωσης του ΨΝΑ, «Τετράδια Ψυχιατρικής», τχ. 47 (Ιούλ-Σεπτ. 1994). Αφιέρωμα: Φασισμός και ψυχιατρική.