Ο «άλλος» Καβάφης

Καβάφης Κ.Π.

Στο περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης (τχ. 18/108), το 1963 δημοσιεύεται ένα «κρυμμένο» ποίημα του Καβάφη, το οποίο δεν περιλαμβανόταν στον γνωστό έως τότε «κανόνα» των καβαφικών ποιημάτων. Πρόκειται για το ποίημα με τίτλο «27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.», το οποίο αναφέρεται στον απαγχονισμό ενός νεαρού Άραβα από τους άγγλους αποικιοκράτες. Αναλύοντας το ποίημα και τα ιστορικά του συμφραζόμενα, ο Στρατής Τσίρκας βρίσκει την ευκαιρία να υποστηρίξει το ερμηνευτικό του σχήμα για τον «πολιτικό Καβάφη». Είναι φανερό πως μετά τη δημοσίευση του ποιήματος και της σχετικής μελέτης του Τσίρκα, ο Καβάφης δεν ήταν πια μόνο ο ηδονικός ποιητής της ερωτικής επιθυμίας, ούτε ο υμνητής της παρακμής μιας τάξης, αλλά ο πολιτικά ευαίσθητος κριτικός της αποικιοκρατίας. Στο επόμενο κιόλας τεύχος της Επιθεώρησης Τέχνης, ο Κώστας Βάρναλης αξιοποιεί το ανευρεθέν «καβαφικό μοιρολόι» για να γράψει ένα αντίστοιχο ποίημα, με αναφορά στον αντι-αποικιακό αγώνα. Την ίδια χρονιά (1963), τέλος, κυκλοφορούν και τα 12 Ποιήματα για τον Καβάφη του Γιάννη Ρίτσου. Όλα δείχνουν πως ο Καβάφης έχει καθιερωθεί με τον πιο επίσημο τρόπο στον αριστερό λογοτεχνικό κανόνα.

Σαν το ’φεραν οι Χριστιανοί να το κρεμάσουν το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί, η μάνα του που στην κρεμάλα εκεί κοντά σέρνονταν και χτυπιούνταν μες στα χώματα κάτω απ’ τον μεσημεριανό, τον άγριον ήλιο, πότε ούρλιαζε, και κραύγαζε σα λύκος, σα θηρίο και πότε εξαντλημένη η μάρτυσσα μοιρολογούσε «Δεκαφτά χρόνια μοναχά με τα ’ζησες, παιδί μου». Κι όταν το ανέβασαν την σκάλα της κρεμάλας κι επέρασάν το το σκοινί και το ’πνιξαν το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί, κι ελεεινά κρεμνιούνταν στο κενόν με τους σπασμούς της μαύρης του αγωνίας το εφηβικόν ωραία καμωμένο σώμα, η μάνα η μάρτυσσα κυλιούντανε στα χώματα και δεν μοιρολογούσε πια για χρόνια τώρα· «Δεκαφτά μέρες μοναχά», μοιρολογούσε, «δεκαφτά μέρες μοναχά σε χάρηκα, παιδί μου».

[1908]

Αναδημοσιεύεται από την Ανεμόσκαλα .

Λογοτεχνικά κείμενα
Κριτικά κείμενα